ΘΕΣΕΙΣ

ΛΑΖΑΡΟΣ ΚΥΡΙΖΟΓΛΟΥ 

ΔΗΜΑΡΧΟΣ ΑΜΠΕΛΟΚΗΠΩΝ – ΜΕΝΕΜΕΝΗΣ

ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΠΕΔ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ


ΥΠΟΨΗΦΙΟΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΚΕΔΕ


Α. ΓΕΝΙΚΑ

Η Αυτοδιοίκηση πρωταγωνιστής στη Διοικητική Μεταρρύθμιση του συνόλου του Διοικητικού Συστήματος της χώρας. Αποκέντρωση με πόρους και αρμοδιότητες. Περισσότερη Αποκέντρωση. Περισσότερη Δημοκρατία με Περισσότερη Αυτοδιοίκηση.   

Η χώρα μας βίωσε και βιώνει μια πρωτοφανή κρίση μέσα από την οποία μεταξύ άλλων αναδείχθηκε ως μείζον ζήτημα και το ζήτημα της αλλαγής της οργάνωσης του Κράτους και των θεσμών του, έτσι ώστε να καταστούν η πρωτοβάθμια και η δευτεροβάθμια Τοπική Αυτοδιοίκηση βασικοί πυλώνες για την παραγωγική ανασυγκρότηση και την ανάπτυξη της χώρας αλλά και γνήσιοι θεσμικοί εκφραστές ενός νέου Κράτους κοινωνικής αλληλεγγύης και συνοχής. 

Με βάση τις αποφάσεις των συλλογικών οργάνων της αυτοδιοίκησης (ΚΕΔΕ – ΕΝΠΕ), μέσα από τις συλλογικές τους διαδικασίες και τα ετήσια συνέδρια τους, με αποκορύφωμα το Κοινό Συνέδριο ΕΝΠΕ-ΚΕΔΕ (18 – 19 / 4 / 2018), θεωρούμε αναγκαία τη διεύρυνση της αποκέντρωσης σύμφωνα με τις αρχές της εταιρικής σχέσης, της επικουρικότητας και της εγγύτητας παροχής των υπηρεσιών στους πολίτες. Η θεσμική και οικονομική ενίσχυση της Τοπικής Αυτοδιοίκησης είναι ουσιαστικά μονόδρομος, ώστε να καταστούν οι Περιφέρειες και οι Δήμοι: 

  • οι φορείς του περιφερειακού χωροταξικού σχεδιασμού και του τοπικού πολεοδομικού σχεδιασμού και οι φορείς της περιφερειακής και τοπικής ανάπτυξης, αντίστοιχα, προκειμένου να προωθούν τη βιώσιμη ανάπτυξη και την κοινωνική συνοχή όχι μόνο σε τοπικό και περιφερειακό, αλλά και σε εθνικό επίπεδο και
  • οι φορείς παροχής ποιοτικών υπηρεσιών στους πολίτες και τις επιχειρήσεις, με έμφαση την προώθηση της επιχειρηματικότητας και των κοινωνικών υπηρεσιών.

Στρατηγικές επιλογές μας για την αναγκαία διοικητική μεταρρύθμιση στη χώρα μας, που αποτελούν οδηγό για την ανασυγκρότηση του κράτους και της αυτοδιοίκησης είναι οι ακόλουθες:

  1. Αναβάθμιση της πρωτοβάθμιας και της δευτεροβάθμιας Τοπικής Αυτοδιοίκησης σε ένα νέο σύστημα διοικητικής οργάνωσης της χώρας, με βάση τις αρχές της εταιρικής σχέσης, της επικουρικότητας και της εγγύτητας στους πολίτες και με την εγκαθίδρυση μιας νέας σχέσης Κεντρικής Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης, στο πλαίσιο της Πολυεπίπεδης Διακυβέρνησης και υπό την οπτική του αποτελεσματικού σχεδιασμού και εφαρμογής των δημόσιων πολιτικών.
  2. Φορολογική αποκέντρωση με ενίσχυση της δημοσιονομικής αυτονομίας και της οικονομικής αυτοτέλειας και ενίσχυση της διαφάνειας και της λογοδοσίας. Διεύρυνση της συμμετοχής των Περιφερειών και των Δήμων στο Πρόγραμμα των Δημοσίων Επενδύσεων και στο σχεδιασμό και την αξιοποίηση των συγχρηματοδοτούμενων εθνικών και περιφερειακών επιχειρησιακών προγραμμάτων.
  3. Διοικητική μεταφορά στην Αυτοδιοίκηση όλων των αποκεντρωμένων υπηρεσιών της Κεντρικής και της Αποκεντρωμένης Δημόσιας Διοίκησης που είναι χωροθετημένες σε περιφερειακό ή δημοτικό επίπεδο, στην αντίστοιχη Περιφέρεια ή στον αντίστοιχο Δήμο, είτε οι αρμοδιότητές του αφορούν «τοπική υπόθεση», είτε αφορούν «αποστολή του κράτους», οπότε θα ασκούνται από την Αυτοδιοίκηση κατ’ εκχώρηση εξουσίας από την Κεντρική Διοίκηση.
  4. Ενίσχυση του αναπτυξιακού ρόλου της Αυτοδιοίκησης στο πλαίσιο της πολυεπίπεδης διακυβέρνησης και ενίσχυση της συμμετοχής της στο σχεδιασμό και την εφαρμογή των κοινωνικών πολιτικών και προγραμμάτων. 
  5. Θεσμοθέτηση συστήματος μητροπολιτικής διακυβέρνησης στις μητροπολιτικές περιφέρειες και τις μεγάλες πόλεις και ειδικές μορφές διοίκησης στις νησιωτικές Περιφέρειες και τους μικρούς νησιωτικούς και ορεινούς Δήμους. 
  6. Οργάνωση και λειτουργικός εκσυγχρονισμός των Περιφερειών, των Δήμων και των νομικών προσώπων τους: οργάνωση των επιτελικών λειτουργιών, αναδιοργάνωση των διοικητικών δομών, εξορθολογισμός των διοικητικών διαδικασιών, βελτιστοποίηση των ανθρώπινων πόρων, ηλεκτρονική διακυβέρνηση. 
  7. Κατοχύρωση της διοικητικής αυτοτέλειας της Αυτοδιοίκησης. Απλοποίηση και βελτίωση της αποτελεσματικότητας του εξωτερικού ελέγχου και του συστήματος εποπτείας των ΟΤΑ, συγκρότηση εσωτερικού ελεγκτικού μηχανισμού και ενίσχυση των λειτουργιών διαφάνειας και κοινωνικού ελέγχου.
  8. Αναβάθμιση του ανθρώπινου δυναμικού και των πολιτικών προσωπικού των Περιφερειών και των Δήμων και της διοίκησης (management) του ανθρώπινου δυναμικού τους. 
  9. Εκσυγχρονισμός της καταστατικής θέσης των αιρετών των Περιφερειών και των Δήμων.
  10. Διεύρυνση του θεσμικού πλαισίου και παροχής κινήτρων διαπεριφερειακής, διαδημοτικής και διαβαθμικής συνεργασίας, στο πλαίσιο της ανάπτυξης μιας πολυχωρικής συνεργασίας. 

Οι παραπάνω 10 κοινές Στρατηγικές Επιλογές της ΕΝΠΕ και της ΚΕΔΕ βασίζονται στο ευρωπαϊκό κεκτημένο, όπως αυτό έχει συμπυκνωθεί στον Ευρωπαϊκό Χάρτη Τοπικής Αυτονομίας, στις αποφάσεις της Επιτροπής των Περιφερειών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και στην εμπειρία και τις διοικητικές μεταρρυθμίσεις που πραγματοποίησαν άλλες Ευρωπαϊκές χώρες. 

Για να επιτευχθούν τα παραπάνω, χρειάζονται αλλαγές του θεσμικού πλαισίου, ενίσχυση των οικονομικών των Περιφερειών και των Δήμων και επιχειρησιακή αναβάθμιση της διοικητικής ικανότητάς τους. 

Β. Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΤΟΠΙΚΗ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ ΣΤΗ ΝΕΑ ΔΕΚΑΕΤΙΑ 

Τις τελευταίες δεκαετίες η Ευρωπαϊκή Τοπική Αυτοδιοίκηση κινείται ανάμεσα σε συμπληγάδες. Από τη μία η κρίση και οι πολιτικές σταθεροποίησης της οικονομίας και από την άλλη πληθώρα νέων προκλήσεων, όπως η δημογραφική αλλαγή, η κλιματική αλλαγή, το δημοσιονομικό χρέος, η ψηφιοποίηση, οι απαιτήσεις για μεγαλύτερη συμμετοχή και οι μεταναστευτικές ροές, έχουν δημιουργήσει στην Ευρωπαϊκή Τ.Α. ένα νέο περιβάλλον. 

Ταυτόχρονα, οι απαιτήσεις και οι προσδοκίες των πολιτών είναι υψηλές. Οι Δήμοι είναι υπεύθυνοι, όχι μόνον, για την αποτελεσματική διοίκηση, την παροχή υπηρεσιών υψηλής ποιότητας αλλά και για τη διασφάλιση της νομιμότητας, της διαφάνειας, της δημοκρατικής συμμετοχής, της υπευθυνότητας και της εμπιστοσύνης προς τη Δημόσια Διοίκηση. Προκειμένου να ανταποκριθούν οι Ευρωπαϊκοί Δήμοι τόσο στις απαιτήσεις όσο και στις προσδοκίες απαιτούνται ενισχυμένοι βαθμοί αυτονομίας. 

Εάν η χώρα επιθυμεί να διατηρήσει και να βελτιώσει το επίπεδο ζωής της πρέπει να αλλάξει οργάνωση. Ένα τόσο συγκεντρωτικό Κράτος, όπως το Ελληνικό, είναι προφανές ότι αποτελεί τροχοπέδη σε οποιαδήποτε αναπτυξιακή πρωτοβουλία

Τα τελευταία χρόνια σε πολλά κράτη-μέλη του ΟΟΣΑ έχουν πραγματοποιηθεί διοικητικές μεταρρυθμίσεις με σκοπό την αντιμετώπιση των σύγχρονων προκλήσεων. Τα βασικά χαρακτηριστικά των πρόσφατων διοικητικών μεταρρυθμίσεων στην Ευρώπη ήταν τα ακόλουθα: 

  1. Οι στόχοι της μεταρρύθμισης ήταν:
  • Ενίσχυση των δημοτικών και υπηρεσιακών δομών
  • Βελτίωση της αποτελεσματικότητας
  • Περιορισμός του ρυθμού αύξησης των τοπικών δημοσίων δαπανών
  • Δημιουργία σταθερής βάσης για την παροχή των τοπικών υπηρεσιών 
  • Ενίσχυση της τοπικής δημοκρατίας
  • Εξασφάλιση της εγγύτητας και της αποτελεσματικότητας των δημοσίων υπηρεσιών, με παράλληλο περιορισμό της φορολογικής επιβάρυνσης και του δημόσιου ελλείμματος, σε κεντρικό και αυτοδιοικητικό επίπεδο
  • Προώθηση της τοπικής ανάπτυξης
  1. Οι πολιτικές που σχεδιάστηκαν για την εφαρμογή αυτών των στόχων ήταν: 
  • Αποσαφήνιση αρμοδιοτήτων, μητροπολιτική διαχείριση, διαβαθμιδική συνεργασία
  • Δημιουργία προϋποθέσεων, σε κάθε περιοχή, να αναπτυχθεί ανάλογα με τις ικανότητές της, προωθώντας την ισορροπημένη ανάπτυξη και τη συμπληρωματικότητα
  • Δημιουργία επιχειρησιακών προγραμμάτων εφαρμογής με οικονομικά και άλλα κίνητρα  

Ο «Κλεισθένης» δεν μπόρεσε να απαντήσει στις σύγχρονες Ευρωπαϊκές προκλήσεις. Περιορίζοντας το ενδιαφέρον του στις εκλογικές διαδικασίες, έχασε ένα μεγάλο στοίχημα. Δημιούργησε μεγάλα προβλήματα διοίκησης και κυβερνησιμότητας στους δήμους. Δεν ενσωμάτωσε κρίσιμα ζητήματα στρατηγικής ενίσχυσης της αποκέντρωσης και προώθησης της Πολυεπίπεδης Διακυβέρνησης, όπως αυτά κατά κανόνα έχουν εκφραστεί ομόφωνα, σε συνέδρια των αυτοδιοικητικών συλλογικών οργάνων. Δεν ανταποκρίθηκε στις προκλήσεις της εποχής, ούτε προετοίμασε την Ελληνική Τοπική Αυτοδιοίκηση για τη νέα δεκαετία. Το στοίχημα όμως αυτό δεν μπορεί και δεν πρέπει να το χάσει η Ελληνική Τοπική Αυτοδιοίκηση.

Για το λόγο αυτό διατυπώνουμε ολοκληρωμένες προτάσεις που εμπεριέχουν θεσμικές-πολιτικές μεταρρυθμίσεις και ένα διαχειριστικό-οικονομικό πλαίσιο εφαρμογής τους, που θα οδηγήσουν την Ελληνική Τοπική Αυτοδιοίκηση στην τρίτη δεκαετία του εικοστού πρώτου αιώνα και θα την καταστήσουν ισχυρό μέλος της Ευρωπαϊκής Αυτοδιοικητικής οικογένειας.  

Γ. ΟΙ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΤΟΥ ΘΕΣΜΙΚΟΥ ΠΛΑΙΣΙΟΥ

Γ.1 Επανα-οριοθέτηση Αρμοδιοτήτων - Πολυεπίπεδη Διακυβέρνηση 

Η Πολυεπίπεδη Διακυβέρνηση αφορά καταρχήν τη συμμετοχή της δευτεροβάθμιας και της πρωτοβάθμιας Τοπικής Αυτοδιοίκησης στο σχεδιασμό και την άσκηση των επιτελικών λειτουργιών και ιδιαίτερα:

  1. Του αναπτυξιακού προγραμματισμού, δηλαδή του προγραμματισμού της οικονομικής, κοινωνικής και πολιτιστικής ανάπτυξης. 
  2. Του χωροταξικού και πολεοδομικού σχεδιασμού και 
  3. Του επιχειρησιακού σχεδιασμού. 

Στη συνέχεια, αφορά (ενδεικτικά) και τις ακόλουθες λειτουργικές περιοχές: 

  • Αδειοδότηση επαγγελματικής και επιχειρηματικής δραστηριότητας.
  • Αδειοδότηση των έργων και επενδύσεων περιφερειακής και τοπικής σημασίας (με βάση εγκεκριμένα χωροταξικά και πολεοδομικά σχέδια). 
  • Παρακολούθηση της κατάστασης του περιβάλλοντος και εφαρμογή του κανονιστικού πλαισίου προστασίας του περιβάλλοντος (έδαφος, αέρας, θάλασσα).
  • Διαχείριση των υδάτων. 
  • Διαχείριση των στερεών και των υγρών αποβλήτων. 
  • Διαχείριση των κινδύνων από φυσικές και τεχνολογικές καταστροφές - Πολιτική προστασία. 
  • Ανάδειξη των πολιτιστικών πόρων. 
  • Διοίκηση της ενδοπεριφερειακής συγκοινωνίας. 
  • Παρακολούθηση της λειτουργίας και συντήρηση των συγκοινωνιακών έργων περιφερειακής και τοπικής σημασίας. 
  • Διαχείριση των δημόσιων ακινήτων και υποδομών περιφερειακής και τοπικής σημασίας, των πάρκων και των ορεινών όγκων. 
  • Διαχείριση των μαρίνων και των παράκτιων εγκαταστάσεων. 

Σε κάθε λειτουργική περιοχή πρέπει να πραγματοποιείται η καταγραφή και αξιολόγηση της υπάρχουσας κατάστασης, σε συνεργασία με το αντίστοιχο Υπουργείο, ως προς την άσκηση της κατά τομέα δημόσιας πολιτικής και ιδιαίτερα όσον αφορά την κατανομή των αρμοδιοτήτων στα τρία επίπεδα της Δημόσιας Διοίκησης (Κεντρική Διοίκηση – Περιφέρειες - Δήμοι) και των συστημικών και λειτουργικών σχέσεων μεταξύ των επιπέδων αυτών. 

Σύμφωνα με την αξιολόγηση αυτή και με βάση σχετική εξουσιοδοτική διάταξη προτείνεται: 

  • Με Προεδρικό Διάταγμα (Π.Δ.) να κωδικοποιηθούν και να επανα-οριοθετηθούν οι αρμοδιότητες και να επαναπροσδιοριστούν οι συστημικές σχέσεις τους. 
  • Με Πρόγραμμα Εφαρμογής του Π.Δ. να απλοποιηθούν οι σχετικές λειτουργίες και διαδικασίες, να διασφαλιστεί η διαλειτουργικότητα των πληροφοριακών συστημάτων τόσο σε κάθετο επίπεδο (κατά τομέα δημόσιας πολιτικής), όσο και σε οριζόντιο επίπεδο (κατά επίπεδο της Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης), καθώς και η διαλειτουργικότητα με τις βάσεις δεδομένων που λειτουργούν σε εθνικό επίπεδο. Επίσης, να υποστηριχθούν όλοι οι φορείς της Διοίκησης και της Αυτοδιοίκησης στο νέο ρόλο που αναλαμβάνουν

Η επανα-οριοθέτηση των αρμοδιοτήτων των τριών επιπέδων της Δημόσιας Διοίκησης πρέπει να γίνει με βάση τις αρχές και τους στόχους που ήδη αναφέρθηκαν, με έμφαση στις αρχές της επικουρικότητας και της εγγύτητας παροχής των υπηρεσιών στους πολίτες και τις επιχειρήσεις και με κατεύθυνση τη μεγαλύτερη δυνατή αποκέντρωση αρμοδιοτήτων και λειτουργιών, εξαντλώντας τα σχετικά όρια του Συντάγματος και της αντίστοιχης νομολογίας. Το Πρόγραμμα Εφαρμογής παρέχει στους πλέον αδύνατους φορείς της Αυτοδιοίκησης τους πόρους ή/και τη διοικητική υποστήριξη που απαιτείται για να ανταποκριθούν στις πρόσθετες αρμοδιότητες και ευθύνες. 

Η επανα-οριοθέτηση των αρμοδιοτήτων πρέπει να λάβει υπόψη τη συνταγματική επιταγή, σύμφωνα με την οποία:

«Κάθε μεταβίβαση αρμοδιοτήτων από κεντρικά ή περιφερειακά όργανα του Κράτους προς την Τοπική Αυτοδιοίκηση συνεπάγεται και τη μεταφορά των αντίστοιχων πόρων» (Άρθρο 102, παραγρ. 5 του Συντάγματος ).

Η Πολυεπίπεδη Διακυβέρνηση μπορεί να οδηγήσει στην ενοποίηση των λειτουργιών της Δημόσιας Διοίκησης με τελικό στόχο: 

Μια ολοκληρωμένη Ψηφιακή Διοίκηση «χωρίς εσωτερικά σύνορα» και με απόληξή της τα Κέντρα Εξυπηρέτησης των Πολιτών (Κ.Ε.Π.).

Έχουμε επανειλημμένα τονίσει ότι:

«Η επανα-οριοθέτηση των αρμοδιοτήτων μεταξύ των επιπέδων της Διοίκησης και της Αυτοδιοίκησης, με κατεύθυνση κυρίως την εγγύτητα παροχής των υπηρεσιών στους πολίτες, προϋποθέτει τη συστηματική συνεργασία του Υπουργείου Εσωτερικών με όλα τα συναρμόδια Υπουργεία και τα συλλογικά όργανα της Τοπικής Αυτοδιοίκησης». 

Γ.2 Μεταφορά Αρμοδιοτήτων και Συγκροτημένων Δομών στους Δήμους.

Προτείνουμε τη μεταφορά αρμοδιοτήτων στους Δήμους, όπως:

  • Η αδειοδότηση και ο έλεγχος της λειτουργίας όλων των νομικών προσώπων του τομέα της κοινωνικής πρόνοιας του δημοσίου τομέα, του ιδιωτικού τομέα και του κοινωνικού τομέα.
  • Η αδειοδότηση της άσκησης του επαγγέλματος όλων των φυσικών προσώπων-επαγγελματιών του τομέα κοινωνικής πρόνοιας και ο έλεγχος της εφαρμογής των όρων της χορηγηθήσας άδειας. 
  • Η χωροθέτηση, η αδειοδότηση και ο έλεγχος της λειτουργίας των λαϊκών αγορών.

Είναι αυτονόητο ότι η μεταφορά αρμοδιοτήτων από την Κεντρική και την Αποκεντρωμένη Διοίκηση στην Τοπική Αυτοδιοίκηση θα πρέπει να συνοδεύεται από τους αντίστοιχους οικονομικούς και ανθρώπινους πόρους και τη σχετική υλικοτεχνική υποδομή. 

Επίσης προτείνουμε: 

α) η επανασυγκρότηση της Δημοτικής Αστυνομίας (με τις αρμοδιότητες που είχε, με εκπαιδευμένο προσωπικό, με τους αντίστοιχους οικονομικούς πόρους και με τεχνικά μέσα) και 

β) η αναθεώρηση του ισχύοντος θεσμικού πλαισίου της διαχείρισης του δικαιώματος των ΟΤΑ για απλή χρήση αιγιαλού και παραλίας, με στόχο την προστασία του παράκτιου περιβάλλοντος και της ταυτόχρονης ενίσχυσης των ΟΤΑ και της τοπικής ανάπτυξης. 

Παράλληλα, προτείνουμε τη διοικητική μεταφορά στην Τοπική Αυτοδιοίκηση όλων των αποκεντρωμένων υπηρεσιών της Κεντρικής και της Αποκεντρωμένης Διοίκησης που είναι χωροθετημένες σε περιφερειακό ή δημοτικό επίπεδο, στην αντίστοιχη Περιφέρεια ή το Δήμο, είτε οι αρμοδιότητές τους αφορούν «τοπική υπόθεση» είτε αφορούν «αποστολή του κράτους» (οπότε θα ασκούνται από την Τοπική Αυτοδιοίκηση κατ’ εκχώρηση εξουσίας από την Κεντρική Διοίκηση). 

Με τον τρόπο αυτό, η αποκέντρωση των αρμοδιοτήτων συνοδεύεται από τους αντίστοιχους πόρους, διότι διασφαλίζεται η συνολική υπαγωγή των μεταφερόμενων υπηρεσιών στην πολιτική διεύθυνση της πρωτοβάθμιας ή της δευτεροβάθμιας Τοπικής Αυτοδιοίκησης, με το σύνολο των ανθρώπινων και οικονομικών πόρων και της υλικοτεχνικής υποδομής τους, χωρίς να χρειαστεί η χωρική μετακίνηση του προσωπικού και της υποδομής αυτών. 

Γ.3 Μεταφορά των ακινήτων του Δημοσίου στους Δήμους

Προτείνουμε τη μεταφορά, με ενιαία και συνολική διάταξη νόμου, των ακινήτων του Δημοσίου που δεν έχουν περιέλθει στο ΤΑΙΠΕΔ, στους αντίστοιχους Δήμους (όπως είναι τα στρατόπεδα στον αστικό ιστό τα οποία δεν λειτουργούν). 

Για την αξιοποίηση της δημοτικής περιουσίας και των ακινήτων που θα περιέλθουν στους Δήμους, προτείνουμε τη δημιουργία ενός σύγχρονου και ευέλικτου θεσμικού πλαισίου για την αξιοποίηση της ακίνητης περιουσίας των ΟΤΑ με εξειδίκευση των εργαλείων συνεργασίας δημοσίου-ιδιωτικού τομέα και την ενεργοποίηση και διεύρυνση του Προγράμματος ΥΠΕΣ-ΚΕΔΕ-ΕΕΤΑΑ, που αφορά την επιστημονική και τεχνική υποστήριξη των Δήμων. 

Για τη χρηματοδότηση της προετοιμασίας που απαιτείται για την προτεινόμενη αξιοποίηση (εκπόνηση μελετών, αδειοδοτήσεις, προκηρύξεις, διαγωνισμοί κλπ), προτείνουμε να χρησιμοποιηθεί το σχετικό ποσό του ΤΠ&Δ και πόροι του Προγράμματος «Φιλόδημος».

Γ.4 Η Διαβαθμιδική Συνεργασία Περιφερειών – Δήμων

Σύμφωνα με το Σύνταγμα, δεν υπάρχουν σχέσεις εποπτείας μεταξύ των δύο βαθμών Αυτοδιοίκησης. Επίσης, σύμφωνα με το άρθρο 4 του νόμου 3852/2010 («Καλλικράτης»): «Μεταξύ δύο βαθμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης δεν υφίστανται σχέσεις ελέγχου και ιεραρχίας, αλλά συνεργασίας και συναλληλίας, οι οποίες αναπτύσσονται βάσει του νόμου, κοινών συμφωνιών, καθώς και με το συντονισμό κοινών δράσεων».

Παράλληλα, στο πλαίσιο της Πολυεπίπεδης Διακυβέρνησης, είναι αναγκαία η θεσμοθέτηση της συνεργασίας των δύο βαθμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης, δηλαδή η Διαβαθμιδική Συνεργασία μεταξύ των Περιφερειών και των Δήμων, που αποτελεί πλέον προϋπόθεση και για τη διεύρυνση και κατοχύρωση του ρόλου τους στο Πολιτειακό Σύστημα της Χώρας και ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά την προώθηση της περιφερειακής και της τοπικής ανάπτυξης και της κοινωνικής συνοχής και την παροχή των υπηρεσιών στους πολίτες και τις επιχειρήσεις.

Τα σχετικά εργαλεία για την υποστήριξη της Διαβαθμιδικής Συνεργασίας και της Πολυεπίπεδης Διακυβέρνησης είναι οι συμβασιακοί θεσμοί, οι θεσμοί ενημέρωσης και συμμετοχής των πολιτών.

Η υπάρχουσα νομοθεσία προβλέπει τα ακόλουθα εργαλεία υποστήριξης της Διαβαθμιδικής Συνεργασίας και της Πολυεπίπεδης Διακυβέρνησης:

  • Προγραμματικές Συμβάσεις
  • Συμβάσεις Συνεργασίας Φορέων της Τοπικής Αυτοδιοίκησης
  • Συμβάσεις Διαδημοτικής ή Διαβαθμιδικής Συνεργασίας
  • Σύνδεσμοι Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης και Διαβαθμιδικοί Σύνδεσμοι Δήμων και Περιφερειών
  • Περιφερειακές Επιτροπές Αναπτυξιακού Σχεδιασμού ΕΣΠΑ
  • Δημοτικές και Περιφερειακές Επιτροπές Διαβούλευσης
  • Δίκτυα Δήμων και Περιφερειών

Ορισμένες από τις παραπάνω νομοθετικές προβλέψεις χρειάζονται βελτίωση, με βάση την υπάρχουσα εμπειρία από την υλοποίησή τους (όπως είναι οι Επιτροπές Διαβούλευσης) αλλά κυρίως ένα πρόγραμμα υποστήριξης της εφαρμογής τους.

Επίσης, απαιτείται η νομοθέτηση μικτών συλλογικών οργάνων περιφερειακής ανάπτυξης, σε περιφερειακό επίπεδο και σε εθνικό επίπεδο, τα οποία μπορούν να συμβάλλουν, γενικότερα, στον προγραμματισμό και την υλοποίηση των δημόσιων πολιτικών σε εθνικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο και στον επαναπροσδιορισμό των ρόλων Κεντρικής Διοίκησης –Περιφερειών - Δήμων. Για το λόγο αυτό είναι αναγκαία τα ακόλουθα:

  • Η θεσμοθέτηση οργάνων συνεργασίας των δύο βαθμών της Τοπικής Αυτοδιοίκησης (κοινού οργάνου Περιφέρειας - Περιφερειακής Ένωσης Δήμων και Εθνικού Συμβουλίου Περιφερειών και Δήμων).
  • Η συγκρότηση κοινής επιτροπής ΥΠΕΣ-ΕΝΠΕ-ΚΕΔΕ για την αξιολόγηση της εφαρμογής του θεσμικού πλαισίου και την εκπόνηση ενός ενιαίου Κώδικα Περιφερειών και Δήμων.
  • Η υπογραφή ενός Πρωτόκολλου Συνεργασίας ΕΝΠΕ-ΚΕΔΕ, που θα προβλέπει τη συστηματική συνεργασία των δύο συλλογικών οργάνων.
  • Η εκπόνηση ενός Χάρτη Διαβαθμιδικής Συνεργασίας και ενός τριετούς Προγράμματος Δράσεων Διαβαθμιδικής Συνεργασίας ΕΝΠΕ-ΚΕΔΕ.

Γ.5 Η Διοικητική Αυτοτέλεια, η Εποπτεία και ο έλεγχος των ΟΤΑ

Το Σύνταγμα στο άρθρο 102 κατοχυρώνει τη διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια των ΟΤΑ Α΄ και Β’ βαθμού και αναθέτει στο Κράτος οριοθετημένη διοικητική εποπτεία, η οποία συνίσταται αποκλειστικά σε έλεγχο νομιμότητας, ο οποίος δεν επιτρέπεται να εμποδίζει την πρωτοβουλία και την ελεύθερη δράση των ΟΤΑ.

Ο έλεγχος δαπανών διενεργείται πλέον κατασταλτικά, ασκείται όμως σωρεία ελέγχων στη διοικητική και οικονομική λειτουργία των ΟΤΑ και από πολλούς άλλους ελεγκτικούς μηχανισμούς, που έχουν γενική ή ειδική αρμοδιότητα.

Οι πολλοί ελεγκτικοί μηχανισμοί έχουν αλληλοεπικάλυψη και δεν συντονίζονται, με αποτέλεσμα να δημιουργείται αβεβαιότητα και σημαντικό διοικητικό βάρος στη λειτουργία και τη διοίκηση των ΟΤΑ. 

Κατά συνέπεια, οι σημερινοί εποπτικοί και ελεγκτικοί μηχανισμοί όχι μόνον δεν διασφαλίζουν την απρόσκοπτη λειτουργία των ΟΤΑ και τις βασικές αρχές της ελεύθερης δράσης τους στο πλαίσιο της τοπικής αυτονομίας, αλλά αντιθέτως αποτελούν μοχλούς κυρώσεων και ποδηγέτησης του θεσμού.  

Η αύξησή τους όχι μόνο δεν προστάτευσε το Δημόσιο Συμφέρον, αντιθέτως στοχοποιήθηκε η Αυτοδιοίκηση και κατέστη ανήμπορη αντικειμενικά να συμβάλλει αποτελεσματικά στη διαχείριση των τοπικών υποθέσεων. 

Η εποπτεία επί των πράξεων των συλλογικών και μονομελών οργάνων πρέπει να περιορισθεί σε ένα μόνο διοικητικό έλεγχο νομιμότητας των πράξεών τους, όπως ορίζει το Σύνταγμα, και να απαγορεύεται ο έλεγχος σκοπιμότητας των πράξεων αυτών. 

Επομένως, είναι αναγκαίο να συγκροτηθεί το συντομότερο δυνατό η Αυτοτελής Υπηρεσία ΟΤΑ, να στελεχωθεί με ικανό προσωπικό και να οργανωθεί με αξιοποίηση των σύγχρονων μεθόδων και τεχνολογιών, προκειμένου να έχει την αποκλειστική ευθύνη του ελέγχου της μονιμότητας των πράξεων των ΟΤΑ. 

Οι Αυτοτελείς Υπηρεσίες ΟΤΑ πρέπει να έχουν διοικητική αυτοτέλεια και να μην επιλέγονται οι επικεφαλής τους από τον Υπουργό Εσωτερικών, διότι αυτό οδηγεί στην χειραγώγηση του συστήματος εποπτείας των ΟΤΑ από τον εκάστοτε Υπουργό. 

Παράλληλα με τον έλεγχο νομιμότητας, είναι απαραίτητη η σταδιακή εισαγωγή λειτουργιών εσωτερικού ελέγχου στις Περιφέρειες και στους Δήμους με ένα κοινά αποδεκτό κανονιστικό πλαίσιο (σε συνεννόηση με την ΕΝΠΕ και την ΚΕΔΕ) και ένα Πρόγραμμα συλλογικής υποστήριξης των Περιφερειών και των Δήμων για την εφαρμογή του.

Ο εσωτερικός έλεγχος θα διασφαλίσει τη νομιμότητα και την αξιοπιστία της οικονομικής διαχείρισης, αλλά και την αποδοτική χρήση των πόρων και τη συνεχή βελτίωση των διαδικασιών διαχείρισης κινδύνων και γενικότερα της διακυβέρνησης της Αυτοδιοίκησης. Παράλληλα, θα μειώσει το διοικητικό βάρος των άνωθεν εξωτερικών ελέγχων και θα βοηθήσει ουσιαστικά τον κοινωνικό έλεγχο.

Γ.6 Το Ανθρώπινο Δυναμικό της Τοπικής Αυτοδιοίκησης 

Σύμφωνα με τον Ευρωπαϊκό Χάρτη Τοπικής Αυτονομίας, οι Δήμοι πρέπει να μπορούν να προσλαμβάνουν το προσωπικό τους και «να του παρέχουν τις κατάλληλες συνθήκες κατάρτισης, αμοιβής και προοπτικών σταδιοδρομίας». 

Παράλληλα, είναι αναγκαία η επικαιροποίηση του «Κώδικα Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων», ο οποίος πρέπει να ενσωματώσει και τις νέες ρυθμίσεις για την αξιολόγηση, την κινητικότητα, το βαθμολόγιο, τα περιγράμματα θέσεων και την επιλογή προϊσταμένων, με την προϋπόθεση της εξειδίκευσης και της προσαρμογής τους στις ιδιαιτερότητες των Δήμων. 

Οι αναγκαίες προϋποθέσεις για τη βελτίωση των πολιτικών προσωπικού είναι οι εξής: 

  • Νέο σύστημα προγραμματισμού των ανθρώπινων πόρων για την έγκαιρη κάλυψη των κενών σε προσωπικό της Τοπικής Αυτοδιοίκησης  με προτεραιότητα στο εξειδικευμένο επιστημονικό προσωπικό.
  • Αξιολόγηση των επιδόσεων και των υπηρεσιών και των υπαλλήλων. 
  • Για οποιαδήποτε μετακίνηση υπαλλήλου από Δήμο, να απαιτείται προηγουμένως η σύμφωνη γνώμη του Δημάρχου.
  • Μόνιμη διαδημοτική κινητικότητα για την Τοπική Αυτοδιοίκηση που θα στηρίζεται στο σύστημα προγραμματισμού των ανθρωπίνων πόρων των Δήμων.
  • Νέοι σύγχρονοι Οργανισμοί Εσωτερικής Υπηρεσίας. 
  • Συνεχιζόμενη κατάρτιση των υπαλλήλων, όχι μόνο με σεμινάρια αλλά κυρίως με τηλε-εκπαίδευση και κατάρτιση κατά την εργασία τους (onthejobtraining), συνδεδεμένη με τις προγραμματιζόμενες δράσεις διοικητικής μεταρρύθμισης και ηλεκτρονικής διακυβέρνησης.
  • Ειδικά για τις προσλήψεις προσωπικού στους μικρούς ορεινούς και νησιωτικούς Δήμους πρέπει να προβλεφθεί γενναία αύξηση της μοριοδότησης της εντοπιότητας καθώς και οικονομικά κίνητρα. 

Γ.7 Η Καταστατική Θέση των Αιρετών  

Οι αιρετοί των ΟΤΑ (Δήμων και Περιφερειών) ανήκουν στο πολιτικό προσωπικό της Πολιτείας και δικαιούνται τη συνδρομή των όρων άσκησης του λειτουργήματός τους, ώστε να διευκολύνεται η ελευθερία δράσης και η πρωτοβουλία τους, τόσο σε επίπεδο λειτουργικό όσο και σε νομικό και οικονομικό επίπεδο. 

Σύμφωνα με τον Ευρωπαϊκό Χάρτη Τοπικής Αυτονομίας «Το καθεστώς των αιρετών εκπροσώπων της τοπικής αυτοδιοίκησης πρέπει να διασφαλίζει την ελεύθερη άσκηση της εντολής τους».

Η ελεύθερη άσκηση της εντολής τους διασφαλίζεται μόνον όταν ο αιρετός έχει στη διάθεσή του όλα τα αναγκαία λειτουργικά και οικονομικά μέσα, έχει διευθετηθεί η επαγγελματική και η οικογενειακή του ζωή και τέλος όταν η Πολιτεία έχει διαμορφώσει ένα νομικό πλαίσιο προστασίας του κατά την άσκηση των καθηκόντων του. Όταν δεν διασφαλίζονται οι προϋποθέσεις αυτές, ο αιρετός είναι ευάλωτος εν μέσω συγκρουόμενων συμφερόντων και περιορίζεται η ελευθερία του για την άσκηση της πολιτικής εντολής του. 

Άλλωστε η θωράκιση της καταστατικής θέσης των αιρετών συνιστά κρίσιμη θεσμική προϋπόθεση για το εγχείρημα της προωθούμενης μεταρρύθμισης, με συνταγματικό έρεισμα και ευρωπαϊκή διάσταση.

Η ενδυνάμωση της καταστατικής θέσης των αιρετών μπορεί να μετεξελιχθεί σε καταστατική αυτοτέλεια, στο πλαίσιο των γενικών αρχών και κατευθύνσεων που χαράσσει ο νομοθέτης. 

Αρχή της Αυτοδιοίκησης είναι να ισχύουν για όλους τους αιρετούς της Κεντρικής Διοίκησης και της Αυτοδιοίκησης οι ίδιοι κανόνες, όσον αφορά στα θέματα της καταστατικής θέσης, τα ασφαλιστικά, τα οικονομικά, τα συνταξιοδοτικά, τα ποινικά κλπ. Έως ότου, όμως, η Πολιτεία αποδεχθεί και εφαρμόσει την παραπάνω αρχή, τα συλλογικά όργανα της Αυτοδιοίκησης (ΚΕΔΕ και ΕΝΠΕ) απαιτούν με ομόφωνες αποφάσεις τους την ενίσχυση της καταστατικής θέσης των αιρετών και την επαναρρύθμιση θεμάτων αστικής, ποινικής και πειθαρχικής ευθύνης για την αποφυγή της πολιτικής ομηρίας τους, καταθέτοντας τις παρακάτω ρεαλιστικές προτάσεις, που θα δώσουν στο πολιτικό προσωπικό της Αυτοδιοίκησης τη δυνατότητα να αφοσιωθεί στο έργο της Τοπικής και Περιφερειακής Ανάπτυξης και της παροχής υπηρεσιών στους πολίτες και τις επιχειρήσεις.

Συγκεκριμένα απαιτούμε: 

  1. Κωδικοποίηση και οριστική επίλυση όλων των προβλημάτων της καταστατικής θέσης των αιρετών (μισθολογικό καθεστώς, ειδικές άδειες για την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους, θωράκιση έναντι υπηρεσιακών μεταβολών για πολιτικούς λόγους, ασφαλιστικά, συνταξιοδοτικά και χορηγίες).
  2. Άμεση επαναφορά της καταργηθείσας με το νόμο 4093/2012 χορηγίας των νέων αιρετών.
  3. Τροποποίηση του άρθρου 236 του νόμου 3852/2010, ώστε να τίθενται σε αργία οι αιρετοί στην περίπτωση κακουργηματικών διώξεων μετά την Πρωτόδικη καταδικαστική απόφαση. 
  4. Επανεξέταση των ισχυουσών διατάξεων για τα κωλύματα και ασυμβίβαστα στη βάση της ισοτιμίας για όλους τους αιρετούς της Αυτοδιοίκησης και του Κοινοβουλίου σε συνδυασμό με την αποσαφήνιση της ειδικής άδειας των αιρετών, που θα πρέπει να ισχύουν για όλους ανεξαρτήτως επαγγέλματος. 
  5. Κατάργηση της διάταξης του άρθρου 20 του νόμου 4387/2016 αναφορικά με την περικοπή στο 100% της σύνταξης των συνταξιούχων – αιρετών (περιφερειαρχών, αντιπεριφερειαρχών, δημάρχων, αντιδημάρχων κλπ), για όσο χρονικό διάστημα διατηρούν την ιδιότητα του αιρετού. 
  6. Επαναφορά της διάταξης για την αναγνώριση στους Δημάρχους, που είναι δημόσιοι υπάλληλοι, των ετών θητείας στην Τ.Α. ως προϋπηρεσίας για την υπαλληλική εξέλιξή τους.

Παράλληλα, προτείνονται τα ακόλουθα:

  • Η σύσταση ενός μόνιμου Μηχανισμού Παρακολούθησης της Καταστατικής Θέσης των Αιρετών υπό τη μορφή του Παρατηρητηρίου.
  • Η κατάρτιση Κώδικα Δεοντολογίας Αιρετών Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Τοπικής Αυτοδιοίκησης με πρόταση της ΚΕΔΕ και της ΕΝΠΕ. 
  • Επαρκείς υποστηρικτικοί μηχανισμοί για την άσκηση των καθηκόντων τους. 

Γ.8 Οι συμβασιακοί θεσμοί 

Υπάρχουν δυο βασικές κατηγορίες συμβασιακών θέσεων της Τοπικής Αυτοδιοίκησης: 

α) Οι θεσμοί που αφορούν αποκλειστικά στη ρύθμιση των συμβατικών σχέσεων μεταξύ των φορέων της Τ.Α. (Α΄ και Β΄ βαθμού)  και των φορέων του Δημοσίου και του ευρύτερου Δημόσιου τομέα (προγραμματικές συμβάσεις άρθρου 100 του Ν. 3852/2010, συμβάσεις συνεργασίας φορέων Τ.Α. του άρθρου 223 του Ν. 3463/2006, συμβάσεις διαδημοτικής ή διαβαθμιδικής συνεργασίας του άρθρου 99 του Ν. 3852/2010) και 

β) Οι δημόσιες συμβάσεις παροχής υπηρεσιών, μελετών, προμηθειών, έργων.

           Από την πρώτη κατηγορία συμβάσεων έχει αξιοποιηθεί κυρίως ο θεσμός των προγραμματικών συμβάσεων. Έχει εκδοθεί σχετική νομολογία του Ελεγκτικού Συνεδρίου, η οποία πρέπει να κωδικοποιηθεί ώστε να εξειδικευθεί το θεσμικό πλαίσιο των συμβάσεων αυτών. Επίσης, κρίνεται αναγκαία η συνεχής καταγραφή και αξιολόγηση των υλοποιούμενων Προγραμματικών Συμβάσεων (ανεξαρτήτως προϋπολογισμού), ώστε να δημιουργηθεί ένας μηχανισμός παρακολούθησης, με στόχο τη σύνταξη προτάσεων βελτίωσης του θεσμού. 

Κρίνεται αναγκαία η πολιτική υποστήριξη των θεσμών αυτών και η θέσπιση κινήτρων και τεχνικής υποστήριξης, έτσι ώστε να καταστεί δυνατή η άσκηση των αρμοδιοτήτων των ΟΤΑ με την επίτευξη και οικονομιών κλίμακας. 

Οι διαδικασίες ανάθεσης από τους Δήμους και τα νομικά πρόσωπα αυτών συμβάσεων έργων, μελετών, προμηθειών και υπηρεσιών διέπονται πλέον από το Νόμο 4412/2016. Με στόχο την αποτελεσματική εφαρμογή του Νόμου στην Τ.Α., πρέπει να ληφθεί υπ’ όψιν η ιδιαιτερότητα των Δήμων (χωρίς φυσικά να δημιουργείται ένα παράλληλο θεσμικό πλαίσιο όπως π.χ. αποτελούσε ο ΕΚΠΟΤΑ).

Δ. ΤΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΤΩΝ ΟΤΑ

Η Τοπική Αυτοδιοίκηση, λόγω της δημοσιονομικής προσαρμογής, έχει υποστεί τις μεγαλύτερες μειώσεις από οποιονδήποτε άλλο φορέα της Γενικής Κυβέρνησης.

Οι μειώσεις των κρατικών επιχορηγήσεων (ΚΑΠ) προς τους Δήμους από το 2009 μέχρι το 2018 υπερέβησαν το 60%.

  • Ειδικά η ΣΑΤΑ από 1.107 εκ. ευρώ το 2009 περιορίστηκε σε 180εκ. ευρώ το 2018, με αποτέλεσμα όχι μόνο να μην υλοποιούνται τοπικές επενδύσεις αλλά να υπάρχει άμεσος κίνδυνος απαξίωσης αναπτυξιακών, κοινωνικών και πολεοδομικών υποδομών.
  • Σημαντικοί πόροι των Δήμων έχουν μεταφερθεί τα τελευταία χρόνια στην Κεντρική Κυβέρνηση (φόρος ζύθου, πετρελαιοειδή, τέλη παραχωρησιούχων Δημοσίου κλπ).
  • Δεν αποδίδονται στους Δήμους, παρά τις αντίθετες αποφάσεις του ΣτΕ, τα έσοδα που τους αναλογούν από το «Πράσινο Ταμείο», με τα οποία έπρεπε να χρηματοδοτούνται έργα αποκατάστασης του περιβαλλοντικού ισοζυγίου.

Διαχρονικά, η Τοπική Αυτοδιοίκηση υπήρξε στο στόχαστρο των σταθεροποιητικών πολιτικών. Ακόμα και τότε που δεν χρειαζόταν. Παρά το ότι η θεσμοθέτηση των ΚΑΠ κατοχύρωσε νομοθετικά τη χρηματοδότηση των ΟΤΑ από συγκεκριμένα φορολογικά έσοδα, οι κεντρικές κυβερνήσεις σε πολύ λίγες περιπτώσεις εφάρμοσαν το Νόμο.

Από το 2010 ξεκίνησε μια νέα σειρά παρακρατηθέντων που αυτή τη φορά βρήκε ως άλλοθι τη δημοσιονομική κρίση.

Τα συλλογικά όργανα της Τοπικής Αυτοδιοίκησης έχουν πάρει ομόφωνες αποφάσεις για την ανάγκη άμεσης έναρξης του διαλόγου σχετικά με τη νέα γενιά παρακρατηθέντων και την απόδοσή τους στους ΟΤΑ.

Σημειώνεται ότι το ποσό της νέας γενιάς παρακρατηθέντων των Δήμων, για την τελευταία οκταετία, πλησιάζει τα 13 δις ευρώ.

Ο διάλογος για τη νέα γενιά παρακρατηθέντων πρέπει να ξεκινήσει και να ολοκληρωθεί σύντομα γιατί:

  • Το ύψος της νέας γενιάς παρακρατηθέντων αυξάνει με τέτοιους ρυθμούς, που σε λίγο θα είναι ανεξέλεγκτο.
  • Σε περίπτωση που δεν υπάρξει ιδιαίτερη πρόβλεψη, οι συνολικοί ΚΑΠ με τις νέες ρυθμίσεις θα μειωθούν σε τέτοιο βαθμό, που δεν θα μπορούν να αντέξουν οι αποδεκατισμένοι, οικονομικά, ΟΤΑ.
  • Η εξαΰλωση του ΠΔΕ και των τοπικών δημόσιων επενδύσεων έχει οδηγήσει σε απαξίωση και σε άμεσο κίνδυνο όλες τις τοπικές πολεοδομικές κοινωνικές και υλικοτεχνικές υποδομές. Η νέα γενιά παρακρατηθέντων θα μπορούσε να αποτελέσει το βασικό χρηματοδοτικό πόρο ενός Ειδικού Αναπτυξιακού Προγράμματος της Αυτοδιοίκησης.  

Επίσης, είναι αναγκαίο να καθιερωθεί ένα σύστημα ξεκάθαρων κανόνων στις σχέσεις των ΟΤΑ με το Υπουργείο Οικονομικών, ώστε να είναι γνωστό κάθε έτος πόσα θα είναι τα έσοδα προκειμένου να καταρτίζονται αξιόπιστοι προϋπολογισμοί, όπως ζητείται από το Παρατηρητήριο Οικονομικής Αυτοτέλειας των ΟΤΑ.

Μετά το τέλος κάθε οικονομικού έτους να γίνεται εκκαθάριση των ποσών που δικαιούνται οι ΟΤΑ από τους Κεντρικούς Αυτοτελείς Πόρους (ΚΑΠ).

Ακόμη, είναι απαραίτητη η εγκαθίδρυση μηχανισμού αυτόματης εκχώρησης των αναλογούντων πόρων για τις μεταφερόμενες αρμοδιότητες για την εξασφάλιση της οικονομικής αυτοτέλειας των ΟΤΑ και της απρόσκοπτης λειτουργίας τους. 

Οι ΟΤΑ δεν μπορούν να απορροφήσουν άλλες μειώσεις και απαιτούν:

  • Την εφαρμογή του Συντάγματος και του Νόμου 3852/2010.
  • Ο διάλογος για τη νέα γενιά παρακρατηθέντων να ξεκινήσει άμεσα και να ολοκληρωθεί σύντομα.
  • Τη γενναία αύξηση της ΣΑΤΑ.
  • «Επαναπατρισμό» όλων των πόρων των ΟΤΑ.

Οι μεγάλες μεταρρυθμίσεις στρατηγικού χαρακτήρα στα οικονομικά της Τ.Α. κινούνται σε δύο άξονες, που σε συνδυασμό με το Ολοκληρωμένο Τοπικό Αναπτυξιακό Πρόγραμμα, αναμένεται να δημιουργήσουν το οικονομικό και επενδυτικό πλαίσιο για την ανάπτυξη της πρωτοβάθμιας Τοπικής Αυτοδιοίκησης τη νέα δεκαετία.

Άξονας Α. Δημοσιονομική αποκέντρωση και μεταφορά του Φόρου Ακίνητης Περιουσίας στους Δήμους. 

Για να ενισχυθεί η οικονομική αυτοτέλεια της Τοπικής Αυτοδιοίκησης είναι απαραίτητη η δημοσιονομική αποκέντρωση με τη μεταφορά φορολογικών εσόδων, φορολογικής ελευθερίας αλλά και αρμοδιοτήτων στους ΟΤΑ. Παράλληλα, η δημιουργία ενός εξισορροπητικού αναδιανεμητικού μηχανισμού θα αμβλύνει τις δημοσιονομικές ανισότητες των Δήμων της χώρας.

Τα τελευταία χρόνια έχει επανέλθει, στην επικαιρότητα το θέμα της μεταρρύθμισης που σχετίζεται με το Φόρο Ακίνητης Περιουσίας (Φ.Α.Π.). Ο Φ.Α.Π. Δεν είναι ένας εύκολος φόρος. Επηρεάζεται από πολλούς παράγοντες όχι μόνο οικονομικούς. Ίσως είναι ο φόρος με τις μεγαλύτερες επιπτώσεις, θετικές ή αρνητικές, που εξαρτώνται από τη σοβαρότητα του σχεδιασμού και της διαχείρισής του.

Η μεταφορά του Φόρου Ακίνητης Περιουσίας στην Τοπική Αυτοδιοίκηση θα πρέπει να λάβει υπόψη της τα ακόλουθα:

  • Η μεταρρύθμιση του Φ.Α.Π. αφορά το σύνολο του φορολογικού συστήματος με άμεσες επιπτώσεις στην κοινωνική, περιβαλλοντική, χωροταξική και αναπτυξιακή πολιτική.
  • Η μεταφορά του Φ.Α.Π. στους Δήμους αποτελεί μια σημαντική μεταρρύθμιση, που δημιουργεί αναπτυξιακές προοπτικές.
  • Η μεταφορά του Φ.Α.Π. στους Δήμους επιτρέπει τη μείωση του φορολογικού βάρους των πολιτών και τον περιορισμό των αδικιών που δημιουργεί ο «εισπρακτικός» προσανατολισμός του ΕΝΦΙΑ. 
  • Η μεταφορά του Φ.Α.Π. στους Δήμους θα πρέπει να συνδυαστεί με την τροποποίηση των Κ.Α.Π. και τη δημιουργία ενός ολοκληρωμένου τοπικού οικονομικού συστήματος που θα αποβλέπει στην ύπαρξη ενός ισχυρού αναδιανεμητικού μηχανισμού, στην επάρκεια των εσόδων και τη φορολογική δικαιοσύνη. 
  • Η μεταφορά του Φ.Α.Π. στους Δήμους θα πρέπει να συνδυαστεί με λύσεις για το τοπικό φορολογικό σύστημα όπως για το Τέλος Ακίνητης Περιουσίας, τα Τέλη Καθαριότητας και το Φόρο Ηλεκτροδοτούμενων Χώρων, που έχουν την ακίνητη περιουσία ως φορολογική τους βάση. 
  • Ο Φ.Α.Π. δεν μπορεί να είναι ο μοναδικός φόρος της Τ.Α. Σημειώνεται ότι Ευρωπαϊκές Τ.Α. που στηρίχθηκαν, τη δεκαετία του ’80, αποκλειστικά στον Φ.Α.Π., αναγκάστηκαν τη δεκαετία του ’90 να εφαρμόσουν εκτεταμένες φορολογικές μεταρρυθμίσεις. 
  • Η αποτελεσματική μεταφορά του Φ.Α.Π. στους Δήμους απαιτεί ένα μεταβατικό διάστημα, κατά το οποίο οι Δήμοι θα οργανώσουν τους εισπρακτικούς και ελεγκτικούς τους μηχανισμούς, αξιοποιώντας το τραπεζικό σύστημα και τις σύγχρονες επιστημονικές πρακτικές.
  • Ο σχεδιασμός του νέου Φόρου Ακίνητης Περιουσίας, για να μην επαναληφθούν τα ίδια λάθη, θα πρέπει να γίνει με μεγάλη προσοχή, χωρίς εξωγενείς μοχλούς πίεσης και να λάβει υπόψη του, όχι μόνο τη θεσμική μνήμη της χώρας μας, αλλά και τη σύγχρονη διεθνή πραγματικότητα.

Άξονας Β. Μετεξέλιξη του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων σε Δημοτική Τράπεζα.

Η οικονομική στενότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος έχει δημιουργήσει την ανάγκη εξεύρεσης εναλλακτικών και έξυπνων χρηματοδοτικών λύσεων. Για το λόγο αυτό σε όλη την Ευρώπη ενισχύονται και δημιουργούνται χρηματοπιστωτικά ιδρύματα με κύριο προσανατολισμό στην Τοπική Αυτοδιοίκηση. Η μετεξέλιξη του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων σε σύγχρονη Δημοτική Τράπεζα, η οποία θα δικτυωθεί και θα λειτουργεί σε συνεργασία και στο πλαίσιο των ευρωπαϊκών ομολόγων της, αποτελεί μια ουσιαστική μεταρρύθμιση που μπορεί να υποστηρίξει και να βοηθήσει τους Δήμους στην κατεύθυνση της καλύτερης λειτουργίας τους και της ουσιαστικής συνεισφοράς τους στην τοπική ανάπτυξη. 

Το ΤΠ&Δ θα πρέπει πλέον, όπως τα σύγχρονα εξειδικευμένα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, να επεκτείνει τη δραστηριότητά του σε τρεις τομείς:

  1. Στην προσφορά, ειδικά σχεδιασμένων για τους ΟΤΑ, τραπεζικών και επενδυτικών προϊόντων σε τομείς όπως:
  • Οικονομική ανάπτυξη, Εκπαίδευση, Περιβάλλον και Ενέργεια
  • Διαχείριση ΟΤΑ, Αξιοποίηση Ακίνητης Περιουσίας, Υγεία, Υπηρεσίες στους Πολίτες, Υπηρεσίες στους αιρετούς και τα Στελέχη της Τ.Α.
  • Τουρισμός - Πολιτισμός – Ψυχαγωγία, Μεταφορές. 
  1. Στη δημιουργία υποστηρικτικών μηχανισμών
  2. Στην εκπαίδευση αιρετών και προσωπικού. 

Ε. Ο ΨΗΦΙΑΚΟΣ ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ

Στόχος είναι η δημιουργία εκείνων των προϋποθέσεων που θα εξασφαλίσουν τον Ψηφιακό Μετασχηματισμό όλων των δήμων της χώρας, με παράλληλη αξιοποίηση και της τεχνολογικής υποδομής της ΚΕΔΕ. Στην κατεύθυνση αυτή πρέπει να αξιοποιηθούν άμεσα πόροι από το τρέχον ΕΣΠΑ 2014-2020 και να γίνει ο κατάλληλος σχεδιασμός για την αξιοποίηση της επόμενης προγραμματικής περιόδου (ΕΣΠΑ 2021 – 2027).  

ΣΤ. Η ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΣΤΗΝ ΑΕΙΦΟΡΟ ΑΝΑΠΤΥΞΗ

ΣΤ.1 Ο Αναπτυξιακός Ρόλος της Αυτοδιοίκησης

Αναγκαία προϋπόθεση για τη διεύρυνση του ρόλου των Περιφερειών και των Δήμων στην παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας και στην υποστήριξη της επιχειρηματικότητας, είναι η θεσμική αναγνώριση της ουσιαστικής συμμετοχής τους:

α) στο σχεδιασμό, την οργάνωση και την εφαρμογή των Προγραμμάτων Περιφερειακής και Τοπικής Ανάπτυξης, περιλαμβανομένων και των συγχρηματοδοτούμενων της επόμενης προγραμματικής περιόδου και

β) στη χωροθέτηση, τη διοίκηση και τη λειτουργία των επενδύσεων περιφερειακής ή τοπικής κλίμακας με περιφερειακή ή εθνική σημασία (λιμάνια, αεροδρόμια, εμπορευματικοί σταθμοί, επιχειρηματικά πάρκα κλπ), προκειμένου να διασφαλίζονται οι αναγκαίες εξωτερικές οικονομίες και η σύνδεση των επενδύσεων αυτών με τα προγράμματα περιφερειακής και τοπικής ανάπτυξης.

Επίσης, είναι απαραίτητη η επικαιροποίηση του κανονιστικού πλαισίου που αφορά στον αναπτυξιακό προγραμματισμό σε κεντρικό, περιφερειακό κα τοπικό επίπεδο, η ρύθμιση της συνεργασίας μεταξύ των Υπουργείων, των Περιφερειών και των Δήμων, η χρηματοδότηση και η εφαρμογή των αναπτυξιακών προγραμμάτων.

Το σημαντικό στοίχημα που πρέπει να κερδηθεί κατά το σχεδιασμό των σχέσεων Υπουργείων-Περιφερειών-Δήμων στο πλαίσιο του αναπτυξιακού προγραμματισμού, είναι η «σύνθεση» της ιεραρχικής σχέσης που εμπεριέχει από τη φύση του ο αναπτυξιακός προγραμματισμός (που απεικονίζεται ως «πυραμίδα του προγραμματισμού») με την πολιτική, οικονομική και διοικητική αυτοτέλεια των δύο βαθμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης, η οποία κατοχυρώνεται και στο Σύνταγμα.

Κάθε Δήμος αναλαμβάνει την ανάπτυξη της περιοχής του ως Έξυπνης Πόλης (SmartCity), την αξιοποίηση της δημοτικής περιουσίας για την προσέλκυση ιδιωτικών επενδύσεων, με αξιοποίηση και των εργαλείων συνεργασίας δημοσίου-ιδιωτικού τομέα (συμβάσεις δημοσίου-ιδιωτικού τομέα, συμβάσεις παραχώρησης κλπ) και την υποστήριξη των επιχειρήσεων της περιοχής, ιδιαίτερα για την ανάπτυξη διεθνώς εμπορεύσιμων προϊόντων και την προώθηση των εξαγωγών, με αξιοποίηση ενός ολοκληρωμένου προγράμματος Ανάδειξης της Ταυτότητας της Πόλης (CityBranding).

ΣΤ.2 O Χωρικός Σχεδιασμός προϋπόθεση για την Τοπική Βιώσιμη Ανάπτυξη

Για την προώθηση της Τοπικής Βιώσιμης Ανάπτυξης είναι απαραίτητη η διατύπωση Ολοκληρωμένων Στρατηγικών στο πλαίσιο των οποίων προσδιορίζεται η σχέση των πόλεων με την ανάπτυξη περιαστικών και αγροτικών μικροπεριφερειών, των οποίων αυτές αποτελούν κέντρα. Οι Ολοκληρωμένες αυτές Στρατηγικές για την Τοπική Βιώσιμη Ανάπτυξη, πρέπει να συντονίζονται και με τον χωρικό σχεδιασμό γιατί:

  • Βασική παράμετρος για το χωροταξικό-πολεοδομικό σχεδιασμό για τη βιώσιμη ανάπτυξη, είναι ο αναπτυξιακός προγραμματισμός και
  • Βασική προϋπόθεση για την ανάπτυξη αλλά και την προστασία του περιβάλλοντος, είναι ο σχεδιασμός του χώρου.

ΣΤ.3 Η χωρική - τοπική διάσταση στην Προγραμματική Περίοδο 2021-2027

Στη νέα προγραμματική περίοδο ενδυναμώνεται η τοπική διάσταση στο σχεδιασμό και στη διαχείριση των προγραμμάτων. Η πολιτική συνοχής για την περίοδο 2021-2027 εκφράζει μια Ευρώπη που ισχυροποιεί τις περιφέρειές της, με τη στήριξη αναπτυξιακών στρατηγικών των οποίων ηγούνται οι ίδιες. Οι τοπικές, αστικές και εδαφικές αρχές θα συμμετέχουν πιο ενεργά στη διαχείριση των πόρων της Ε.Ε. και η αύξηση των ποσοστών συγχρηματοδότησης θα ενισχύσει το αίσθημα ευθύνης για τα έργα που χρηματοδοτούνται από την Ε.Ε. στις περιφέρειες και τις πόλεις.

Η Τοπική Αυτοδιοίκηση με την εμπειρία που έχει αποκτήσει από την τρέχουσα προγραμματική περίοδο μπορεί να διεκδικήσει στη νέα προγραμματική περίοδο 2021-2027 μια ουσιαστικότερη συμμετοχή σε ένα ευρύτερο πεδίο παρεμβάσεων στο πλαίσιο ολοκληρωμένων αστικών και τοπικών προγραμμάτων.

Ειδικότερα, οι Δήμοι έχουν τη δυνατότητα και θα δημιουργήσουν την επόμενη διετία τις ικανότητες για τον σχεδιασμό και την υλοποίηση δράσεων που κυρίως αφορούν στην:

  • Προαγωγή της προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή, της πρόληψης  των κινδύνων και της ανθεκτικότητας στις καταστροφές
  • Προαγωγή της βιώσιμης διαχείρισης του νερού
  • Προώθηση της μετάβασης σε μια κυκλική οικονομία
  • Ενίσχυση της βιοποικιλότητας, των πράσινων υποδομών στο αστικό περιβάλλον και μείωση της ρύπανσης
  • Ενίσχυση της ψηφιακής συνδεσιμότητας
  • Προαγωγή της βιώσιμης πολυτροπικής αστικής κινητικότητας
  • Βελτίωση της πρόσβασης σε ποιοτικές υπηρεσίες εκπαίδευσης, κατάρτισης και δια βίου μάθησης χωρίς αποκλεισμούς μέσω της ανάπτυξης υποδομών
  • Ακόμη μεγαλύτερη κοινωνικοοικονομική ένταξη περιθωριοποιημένων κοινοτήτων, μεταναστών και μειονεκτουσών ομάδων με την εφαρμογή ολοκληρωμένων μέτρων που αφορούν μεταξύ άλλων τη στέγαση και τις κοινωνικές υπηρεσίες
  • Εξασφάλιση ισότιμης πρόσβασης σε υγειονομική περίθαλψη με την ανάπτυξη υποδομών, συμπεριλαμβανομένης της πρωτοβάθμιας υγειονομικής περίθαλψης
  • Ενίσχυση της ολοκληρωμένης κοινωνικής, οικονομικής και περιβαλλοντικής ανάπτυξης, της πολιτιστικής κληρονομιάς και της ασφάλειας στις αστικές περιοχές.

Η Τοπική Αυτοδιοίκηση ενισχύει τους δεσμούς της με τους πολίτες αναλαμβάνει πρωτοβουλίες προώθησης της βιώσιμης και ολοκληρωμένης ανάπτυξης των αστικών, αγροτικών και παράκτιων περιοχών, καθώς και της στήριξης καινοτόμων τοπικών πρωτοβουλιών.

ΣΤ.4 Προστασία του Περιβάλλοντος και Αειφόρος Ανάπτυξη

Τα ζητήματα του περιβάλλοντος και οι αρμοδιότητες των Δήμων σ’ αυτά αποτελούν διαχρονική παράμετρο που προσδιορίζει και προδιαγράφει μια ανάπτυξη με αειφόρο χαρακτήρα και με ενίσχυση των όρων ποιότητας ζωής στους Δήμους της χώρας. Με αυτά τα δεδομένα, οι προτεραιότητες και οι προτάσεις μας κατά τομέα εστιάζονται στα εξής:

α) Διαχείριση των Αστικών Στερεών Αποβλήτων (ΑΣΑ) - Ανακύκλωση

Εμμένουμε στην ανάγκη να προσδιοριστεί ένα πλαίσιο αρχών και στόχων, με κριτήρια περιβαλλοντικά-τεχνικά-οικονομικά-χωροταξικά έτσι ώστε οι Δήμοι να επιλέγουν το κατάλληλο (και αποδεκτό) μοντέλο συλλογής. Με δεδομένο πλέον το νέο θεσμικό πλαίσιο για τη διαχείριση των ΑΣΑ και την επιτάχυνση των διαδικασιών υλοποίησης των μεγάλων έργων διαχείρισης αλλά και όσων προβλέπονται στα εγκεκριμένα τοπικά σχέδια αποκεντρωμένης διαχείρισης των αστικών στερεών αποβλήτων. Εφαρμογή, επιτέλους, και στην πατρίδα μας, ενός ολοκληρωμένου συστήματος διαχείρισης απορριμμάτων, όπως γίνεται στην Ευρώπη: ανακύκλωση, επανάκτηση - επανάχρηση, κομποστοποίηση, ενεργειακή αξιοποίηση, αντί της οικολογικά απαράδεκτης ταφής (ΧΥΤΑ) απορριμμάτων εν έτη 2019.

β) Υδάτινοι Πόροι

Διεκδικούμε την ολοκλήρωση των μεγάλων αντιπλημμυρικών έργων και έργων συλλογής (φράγματα, έργα ανάσχεσης, ταμιευτήρες κλπ) ώστε οι κατάντι περιοχές να προστατεύονται και παράλληλα να εξασφαλιστούν αποθέματα νερού ύδρευσης και άρδευσης για τους καλοκαιρινούς μήνες.

Παράλληλα, ζητούμε από τους συναρμόδιους φορείς (ΚΑΠΕ, ΤΠΔ) να επισπεύσουν τις απαραίτητες ενέργειες ώστε όχι μόνο να μειωθεί σύντομα το ενεργειακό κόστος των ΔΕΥΑ αλλά να αποκτήσουν και την προοπτική δημιουργίας εσόδων απαραίτητων για τη διασφάλιση της βιωσιμότητας τους.

γ) Υγρά Απόβλητα

Προτείνουμε τα ακόλουθα:

  • Να αξιοποιηθούν οι πλέον σύγχρονες τεχνολογίες και οι πόροι του ΕΣΠΑ ώστε να εξασφαλιστεί η ανάκτηση και επαναχρησιμοποίηση του νερού από την τριτοβάθμια επεξεργασία λυμάτων για πότισμα κήπων, κοινόχρηστων χώρων πρασίνου και άρδευσης καλλιεργειών και η υπό όρους υπόγεια διάθεση μη επεξεργασμένων λυμάτων.
  • Την επιτάχυνση εφαρμογής του προγράμματος κάλυψης με δίκτυα και μονάδες επεξεργασίας λυμάτων στους οικισμούς Γ’ προτεραιότητας με βάση την Προγραμματική Σύμβαση ΥΠΕΣ-ΥΠΝ-ΥΠΟΙ-ΥΠΑΝΕ-ΚΕΔΕ-ΕΝΠΕ-ΕΔΕΥΑ.
  • Τη θέσπιση ενός ευέλικτου θεσμικού και αποφασιστικού πλαισίου για την αδειοδότηση, τη χρηματοδότηση και την παρακολούθηση λειτουργίας των μικρών εγκαταστάσεων διαχείρισης υγρών αποβλήτων σε μικρούς οικισμούς (ισοδ. Πληθυσμού μικρότερου των 2000 κατοίκων) ως νέα κατηγορία οικισμών Δ΄ προτεραιότητας.

Παράλληλα, υποστηρίζουμε την εκπόνηση από κάθε Δήμο ενός ολοκληρωμένου Σχεδίου Διαχείρισης Υγρών Αποβλήτων με ιεραρχημένες προτεραιότητες, προσδιορισμένες λύσεις κοστολόγησής τους και παράλληλη διασφάλιση όρων εφαρμογής και χρηματοδοτικών πόρων από τη Πολιτεία. 

δ) Κλιματική Αλλαγή

Θεωρούμε αναγκαία την προτυποποίηση του σχεδιασμού και την ωρίμανση των έργων παρεμβάσεων αντιμετώπισης ή μείωσης των επιπτώσεων φαινομένων που οφείλονται στη κλιματική αλλαγή, διαφοροποιημένα με κριτήρια χωρικά, γεωμορφολογικά, πληθυσμιακά, κλιματολογικά.

Προτείνουμε να γίνει υποχρεωτική η χρήση ψυχρών υλικών σε έργα και παρεμβάσεις στο δημόσιο ανοιχτό χώρο στις αστικές περιοχές για τη μείωση του φαινομένου της θερμικής νησίδας.

Θεωρούμε αναγκαία τη θέσπιση ως υποχρεωτικού του βιοκλιματικού σχεδιασμού και την αξιολόγηση της εφαρμογής του σε οικισμούς που εντάσσονται ή δημιουργούνται στο πλαίσιο της επέκτασης των σχεδίων πόλεων.

ε) Ενεργειακά Θέματα

Προτείνουμε τα ακόλουθα:

  • Με την εφαρμογή του νέου ΚΕΝΑΚ, να εξεταστεί η ενεργειακή ταυτότητα όλων των δημοτικών κτιρίων και να επιταχυνθούν οι διαδικασίες του ΕΣΠΑ για τις δράσεις εξοικονόμησης ενέργειας (ΕΠΥΜΕΠΕΡΑΑ + ΠΕΠ)
  • Την οριζόντια τεχνική υποστήριξη των Δήμων για την ταχύτερη προετοιμασία και ορθολογικότερη αξιοποίηση του θεσμού
  • Να αυξηθεί το όριο των 500KW εγκατεστημένης ισχύος Φ/Β σταθμού ή άλλης μονάδας ΑΠΕ – χωρίς να παραβλέπονται οι τεχνικοί λόγοι που μπορούν να την περιορίσουν – ώστε να δοθεί στους Δήμους η δυνατότητα της πραγματικής «ενεργειακής αυτάρκειας» αφού θα μπορεί η παραγόμενη ισχύς μέσω ΑΠΕ να φθάσει στο 100% της συμφωνημένης ισχύος κατανάλωσης στα πλαίσια του NETMETERING ή του VIRTUALNETMETERING.
  • Την άντληση κεφαλαίων μέσω έκδοσης δημοτικών ομολόγων αλλά και των συμπράξεων με συγκεκριμένο πλαίσιο, έλεγχο και όρους υγιούς ανταγωνισμού, που θα έχουν καταλυτικό ρόλο στην εδραίωση της παρουσίας και της επιτυχίας των Ενεργειακών Κοινοτήτων.
  • Την εκπόνηση ενός σχεδίου με τις αναγκαίες θεσμικές και τεχνικές ρυθμίσεις για τη σταδιακή χρήση των ηλεκτρικών αυτοκινήτων από τους Δήμους της χώρας και παράλληλα τη δημιουργία σε κάθε Δήμο Δημόσιων Σταθμών Φόρτισης Ηλεκτρικών Αυτοκινήτων.

ΣΤ.5 Αγροτική Ανάπτυξη

Σημαντικό ρόλο στην τοπική βιώσιμη ανάπτυξη κατέχει ο πρωτογενής παραγωγικός τομέας και ιδιαίτερα η αγροτική ανάπτυξη, τόσο λόγω του μεγέθους της συμμετοχής της στις τοπικές αγορές εργασίας όσο λόγω και των αναπτυξιακών αποθεμάτων που εμπεριέχει.

Με στρατηγική επιλογή την αποκέντρωση της δημόσιας πολιτικής αγροτικής ανάπτυξης, προτείνουμε τα ακόλουθα:

  1. Επιστροφή του τέλους βοσκής των επιλέξιμων βοσκοτόπων από τις Περιφέρειες στους Δήμους. Άμεση και χωρίς καθυστερήσεις επιστροφή του μισθώματος των επιλέξιμων βοσκοτόπων στους Δήμους, όπως ίσχυε μέχρι την ψήφιση του Νόμου 4351/2015, τροποποιώντας ανάλογα το άρθρο 7 παρ.2 του εν λόγω Νόμου, γιατί η ρύθμιση που έγινε απέτυχε.
  2. Ένταξη των δημοτικών εκτάσεων στα Διαχειριστικά Σχέδια Βόσκησης (ΔΣΒ) που θα εκπονηθούν από τις Περιφέρειες και παράταση της προθεσμίας ολοκλήρωσης των Διαχειριστικών Σχεδίων Βόσκησης. 
  3. Αναμόρφωση του νομικού πλαισίου του ΕΦΚΑ (ΟΓΑ) & ΕΛΓΑ σχετικά με την εργασία ανταποκριτών ΕΦΚΑ (ΟΓΑ) & ΕΛΓΑ στους Δήμους και ειδικότερα:
  • Αλλαγή του νομικού πλαισίου (να μην προβλέπεται παράλληλη άσκηση καθηκόντων), ώστε να προσαρμοστεί στα σημερινά δεδομένα όσον αφορά την εξυπηρέτηση των ασφαλισμένων του ΕΦΚΑ (ΟΓΑ) & ΕΛΓΑ.
  • Ορισμό ενός τουλάχιστον υπαλλήλου σε κάθε Δήμο με αποκλειστική απασχόληση σε θέματα ΕΦΚΑ (ΟΓΑ)& ΕΛΓΑ ο οποίος να αμείβεται από τους αντίστοιχους φορείς.
  • Ανάληψη από τον ΕΦΚΑ (ΟΓΑ) & ΕΛΓΑ όλων των οικονομικών υποχρεώσεών του και άμεση καταβολή στους Δήμους του αντίστοιχου αντιτίμου λειτουργικών δαπανών.
  • Χορήγηση από τον ΕΦΚΑ (ΟΓΑ)& ΕΛΓΑ του απαιτούμενου εξοπλισμού ηλεκτρονικοί υπολογιστές και προγράμματα, γραφική ύλη κλπ.
  • Δημιουργία κοινής ομάδας εργασίας με εκπροσώπους του ΕΦΚΑ (ΟΓΑ) ΟΓΑ & ΕΛΓΑ της ΠΟΕ-ΟΤΑ και της ΚΕΔΕ, η οποία θα εξετάσει τα προβλήματα που έχουν ανακύψει.
  1. Ζητούμε την εξ ολοκλήρου εκχώρηση στους Δήμους του 38% του Προγράμματος Αγροτικής Ανάπτυξης που έχει παραχωρήσει το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης & Τροφίμων στις Περιφέρειες, διότι οι Δήμοι υλοποιούν τα έργα τεχνικής υποδομής στη γεωγραφική περιφέρειά τους.

ΣΤ.6 Τουριστική Ανάπτυξη

Ο τομέας του Τουρισμού αποτελεί βασικό πυλώνα της τοπικής και περιφερειακής ανάπτυξης της χώρας μας.

Θεωρούμε ότι η εναρμόνιση προς την εξειδίκευση της διεθνούς τουριστικής ζήτησης επιβάλλει την εκπόνηση στρατηγικών και την ανάπτυξη των εναλλακτικών μορφών του ελληνικού τουριστικού προϊόντος με ειδική έμφαση στον Πολιτισμό, έτσι όπως εκδηλώνεται και εκφράζεται από την Ιστορία, την Αρχαιολογία, τα ήθη και τα έθιμα ακόμα και τη γαστρονομία.

Σύμμαχοί μας σε αυτή την προσπάθεια τουριστικής αξιοποίησης της χώρας είναι οι επιχειρηματίες, οι επαγγελματίες και οι εργαζόμενοι σε όλο το φάσμα των καταλυμάτων, της εστίασης, της αναψυχής και των μεταφορών.

Με στόχο τη βελτίωση της τουριστικής πολιτικής προτείνουμε:

  • Να υπάρξει πρόβλεψη ώστε 2% των εσόδων των Λιμενικών Ταμείων από την τουριστική χρήση τους, να διατίθεται για την τουριστική προβολή των λιμένων σύμφωνα με το εγκεκριμένο σχέδιο τουριστικής προβολής του οικείου Δήμου.
  • Οι Δήμοι να έχουν τη δυνατότητα προσλήψεων και στελέχωσης, μέσω των ανταποδοτικών τελών, των Δημοτικών Γραφείων Τουριστικών Πληροφοριών. 
  • Ο νέος Φόρος Διαμονής να αποδίδεται στους Δήμους.
  • Να γίνει παραχώρηση των παραλιών στους Δήμους και τα οικεία δημοτικά συμβούλια να αποφασίζουν για τη χρήση τους.
  • Να προβλεφθεί θέση Αντιδημάρχου Τουρισμού σε τουριστικές περιοχές.
  • Να εκπονηθεί σε συνεργασία με το Υπουργείο Τουρισμού, στρατηγικό σχέδιο τουριστικής ανάπτυξης και προβολής, με στόχο την αποκατάσταση της εικόνας των νησιών που έχουν πληγεί από το προσφυγικό-μεταναστευτικό. 

ΣΤ.7 Πολιτική Προστασία

Μετά τις τελευταίες φυσικές καταστροφές από πυρκαγιές, πλημμυρικά φαινόμενα και τα φαινόμενα θαλάσσιας ρύπανσης αναδείχθηκε ακόμα περισσότερο η ανάγκη εκσυγχρονισμού του θεσμικού πλαισίου και επιχειρησιακής ενίσχυσης και ετοιμότητας των Δήμων και των Συνδέσμων της χώρας. 

Προτείνουμε τη δημιουργία ΣΑΤΑ Πολιτικής Προστασίας, η δυνατότητα προμήθειας μετρητικών συστημάτων παρακολούθησης, μετεωρολογικών σταθμών, προμήθειας Drones κλπ. Επίσης, σε Δήμους που έχουν κηρυχθεί σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης και σε Δήμους που αντιμετωπίζουν φυσικές ή άλλες καταστροφές να δίνεται ως προκαταβολή, το 50% της ετήσιας τακτικής τους επιχορήγησης.

Επίσης, να δρομολογηθούν άμεσα οι μελέτες επικινδυνότητας σε όλο τον ελλαδικό χώρο και η εκπόνηση Emergency Plan και εκκένωσης οικισμών. 

Ζ. ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ –ΥΓΕΙΑ – ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ

ΟΙ ΔΗΜΟΙ ΑΝΑΛΑΜΒΑΝΟΥΝ ΤΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΤΟΥ ΤΟΠΙΚΟΥ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ 

Η πρωτοβάθμια Τοπική Αυτοδιοίκηση, ως γνήσιος θεσμικός εκφραστής ενός νέου Κράτους κοινωνικής αλληλεγγύης και συνοχής έχει αποδείξει έμπρακτα ότι στηρίζει και υλοποιεί σειρά κοινωνικών προγραμμάτων και δράσεων με κύριους αποδέκτες των πολύτιμων αυτών υπηρεσιών το σύνολο σχεδόν του πληθυσμού της χώρας.

Για να πετύχει η χώρα μας την αποτελεσματικότητα που έχουν οι κοινωνικές δαπάνες στις άλλες Ευρωπαϊκές χώρες, απαιτούμε το σύνολο της κοινωνικής πολιτικής, με τους αναλογούντες πόρους και το αντίστοιχο προσωπικό, να περάσει στους Δήμους.

Προκειμένου οι Δήμοι να αναλάβουν τη διοίκηση του Τοπικού Κοινωνικού Κράτους, εκτός από τη μεταφορά των συγκροτημένων δομών και των αρμοδιοτήτων θα πρέπει να διασφαλισθεί η διατηρησιμότητα όλων των Κοινωνικών Δομών και Υπηρεσιών από Ευρωπαϊκούς και Εθνικούς πόρους: 

  • με την κατασκευή των νέων τοπικών κοινωνικών υποδομών (Παιδικών σταθμών, ΚΔΑΠ, ΚΔΑΠ-ΜΕΑ,ΚΗΦΗ κλπ),
  • με την εφαρμογή όλων των Κοινωνικών Προγραμμάτων από τον αντίστοιχο Δήμο ή με διαδημοτική συνεργασία ή/και με άλλους τοπικούς κοινωνικούς φορείς υπό την αιγίδα του Δήμου,
  • με τη διασφάλιση της συγχρηματοδότησης των δημοτικών κοινωνικών δομών και προγραμμάτων και της απασχόλησης του προσωπικού τους και τη διασφάλιση της βιωσιμότητας των δημοτικών κοινωνικών δομών.

Σχετικά με τα θέματα της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας και Προαγωγής της Υγείας προτείνουμε:

  • Ουσιαστική αποκέντρωση των υπηρεσιών υγείας με τη δημιουργία μονάδων Πρωτοβάθμιας Υγείας σε τοπικό επίπεδο.
  • Θεσμοθέτηση της λειτουργίας των Δημοτικών Ιατρείων και Φαρμακείων με την πιστοποίηση τους ως Δομών Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας. 
  • Συμβασιοποίηση των Δημοτικών Ιατρείων ως Μονάδων Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας για το ασφαλιστικό σύστημα.
  • Διασφάλιση της λειτουργίας των 76 Κέντρων Πρόληψης των Εξαρτήσεων και Προαγωγής της Ψυχοκοινωνικής Υγείας με διατήρηση και βελτίωση του υφιστάμενου θεσμικού πλαισίου.

Για τα Άτομα με Αναπηρία απαιτούνται:

  • Κεντρικός σχεδιασμός από την Κυβέρνηση προκειμένου να ληφθεί μέριμνα για τη χρηματοδότηση έργων υποδομής που θα διευκολύνουν την προσβασιμότητα των ατόμων με αναπηρία.
  • Δημιουργία Κέντρων Αποκατάστασης και Αποθεραπείας.
  • Δημιουργία στεγών αυτόνομης διαβίωσης.
  • Δημιουργία Ειδικού Προγράμματος για τη διαμόρφωση όρων και προϋποθέσεων προσβασιμότητας και κοινωνικής ένταξης των ΑΜΕΑ.

Όσον αφορά την Προώθηση της Απασχόλησης, απαιτούμε θεσμικό και προγραμματικό πλαίσιο διασφάλισης του ρόλου των Δήμων στην εξειδίκευση και εφαρμογή των πολιτικών απασχόλησης και ειδικότερα:

  • Λειτουργία Αποκεντρωμένων Υπηρεσιών Απασχόλησης σε κάθε Δήμο, ο οποίος μπορεί και επιθυμεί να τις αναπτύξει.
  • Μεταφορά στους Δήμους των Γραφείων του ΟΑΕΔ που είναι χωροθετημένα σε τοπικό επίπεδο. 
  • Απονομή ρόλου Συντονιστού Εταίρου στους Δήμους, σε κάθε πρωτοβουλία που στοχεύει στην αντιμετώπιση των αναγκών απασχόλησης σε κάθε τόπο (Τοπικά Σχέδια για την Απασχόληση κλπ).
  • Στους δικαιούχους των Προγραμμάτων Απασχόλησης του ΟΑΕΔ να εντάσσονται όχι μόνο τα ΝΠΙΔ που αναπτύσσουν οικονομική δραστηριότητα αλλά και οι Κοινωφελείς Επιχειρήσεις των ΟΤΑ και τα ΝΠΔΔ αυτών. 
  • Σε κάθε περίπτωση, η ΚΕΔΕ να κληθεί στον Εθνικό Διάλογο για την Απασχόληση με προτάσεις για τα Τοπικά Σχέδια Απασχόλησης, τα οποία συνενούμενα, μπορούν να διαμορφώσουν το Εθνικό Σχέδιο Απασχόλησης.

Όσον αφορά την Κοινωνική Οικονομία προτείνουμε:

- τη δημιουργία «εργαλειοθήκης» για την καλύτερη διαχείριση και ανάπτυξη της Κοινωνικής Οικονομίας και πρόβλεψη mentoring και training για τις Κοινωνικές Επιχειρήσεις,

- την αντιμετώπιση των εκκρεμών ζητημάτων: Δημόσιες Συμβάσεις με τις Κοινωνικές Επιχειρήσεις, συμμετοχή των Νομικών Προσώπων των ΟΤΑ στο πλαίσιο της κοινωνικής οικονομίας,

- την άμεση χρηματοδοτική ενίσχυση της Κοινωνικής Οικονομίας, ώστε να αρχίζει να πλησιάζει τα επίπεδα στα οποία κινείται σε άλλες χώρες της Ευρώπης.

Η. ΤΟΠΙΚΗ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ ΚΑΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

Το κανονιστικό πλαίσιο εφαρμογής της δημόσιας πολιτικής εκπαίδευσης χρειάζεται ουσιαστική αλλαγή, με κατεύθυνση την ανάθεση ουσιαστικότερων αρμοδιοτήτων στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, όπως και σε πολλές άλλες χώρες της Ευρώπης. Προτείνουμε:

  • Τη συγκρότηση ενιαίας οργανικής μονάδας του Δήμου για την ολοκληρωμένη διοικητική υποστήριξη της λειτουργίας των σχολείων που θα περιλαμβάνει τους γραμματείς – υπαλλήλους του Υπουργείου Παιδείας που απασχολούνται σε ορισμένα μεγάλα σχολεία, τους σχολικούς φύλακες και τις σχολικές καθαρίστριες και θα υποστηρίζει τις Σχολικές Επιτροπές. 
  • Την επανεξέταση των οργάνων που λειτουργούν στους Δήμους και αφορούν την εκπαίδευση (Δημοτικές Επιτροπές Παιδείας και Σχολικές Επιτροπές) με κατεύθυνση τις αναγκαίες συγχωνεύσεις ή την ανάληψη ορισμένων αρμοδιοτήτων από το Δημοτικό Συμβούλιο και δημοτικές υπηρεσίες ή τον περιορισμό τους και τη συγκρότηση ενιαίας Δ.Ε.Π. ανά Δήμο, η οποία θα λειτουργεί ως ενιαίο εισηγητικό όργανο σχεδιασμού και πολιτικής προς το Δημοτικό Συμβούλιο για τις αρμοδιότητες παιδείας. 
  • Την εκπόνηση Προγράμματος σχολικής στέγης με τρεις άξονες: α) Νέα σχολεία (ανάγκες με στατιστική τεκμηρίωση, μείωση μισθωμένων σχολείων), β) Αναβάθμιση υπαρχόντων (Υπουργείο Παιδείας, Κτιριακές Υποδομές Α.Ε.) και γ) Απλοποίηση της διαδικασίας αδειοδότησης για νέα σχολεία και κυρίως για επέκταση υπαρχόντων, η οποία είναι απαράδεκτα χρονοβόρα.

Το Υπουργείο Παιδείας νομοθέτησε διετή υποχρεωτική προσχολική εκπαίδευση, με την οποία η ΚΕΔΕ έχει διαφωνήσει, γιατί έρχεται σε αντίθεση με τα επιστημονικά δεδομένα και τις βέλτιστες πρακτικές της διεθνούς Κοινότητας και θα έχει δυσμενέστατες εκπαιδευτικές, κοινωνικές και οικονομικές συνέπειες για τους γονείς και τα παιδιά και κυρίως γι’ αυτά που προέρχονται από ευπαθείς κοινωνικές ομάδες. 

Θ. Η ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΤΕΧΝΙΚΗ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗ ΤΩΝ ΜΙΚΡΩΝ ΟΡΕΙΝΩΝ ΚΑΙ ΝΗΣΙΩΤΙΚΩΝ ΔΗΜΩΝ

Λαμβάνοντας υπόψη τη γεωμορφολογία της χώρας και τα δεκάδες μικρά νησιά στα πελάγη της, απαιτούμε εδώ και δεκαετίες, από τις εκάστοτε Κυβερνήσεις, χωρίς όμως να έχει ποτέ εισακουστεί, να υπάρχει πρόβλεψη και ειδικές διατάξεις για όλες τις δημόσιες πολιτικές, όταν αυτές νομοθετούνται στη Βουλή, ώστε να βρίσκουν εφαρμογή και στους μικρούς ορεινούς και νησιωτικούς Δήμους. Γι’ αυτό και επαναφέραμε τη θέση μας αυτή στη διαβούλευση για την Συνταγματική Αναθεώρηση. Ας αναλάβουν όλοι τις ευθύνες που τους αναλογούν. 

Στο μεταξύ και προκειμένου να ενισχυθούν το ταχύτερο δυνατό διοικητικά, τεχνικά και οικονομικά, ώστε να έχουν ισόρροπη ανάπτυξη και σύγχρονο βηματισμό με τους άλλους δήμους, προτείνουμε και διεκδικούμε τα εξής:

  • Για τη στελέχωση των μικρών ορεινών και νησιωτικών Δήμων και με στόχο την άμεση πρόσληψη προσωπικού σε βασικές ειδικότητες (μηχανικοί, οικονομολόγοι) για τη λειτουργία των βασικών υπηρεσιών τους (τεχνίτες – οικονομικές υπηρεσίες):

α) Γενναία αύξηση της μοριοδότησης για την πρόσληψη προσωπικού

β) Οικονομικά και άλλα κίνητρα (στέγη κλπ)

γ) Ειδική πρόβλεψη για την ενίσχυση της κινητικότητας προσωπικού προς τους μικρούς ορεινούς και νησιωτικούς Δήμους.

  • Νομική και κυρίως πολιτική κατοχύρωση της υποχρεωτικής διοικητικής υποστήριξης από Υπηρεσίες όμορων Δήμων σε συνδυασμό με την εφαρμογή των διατάξεων για τη Διαδημοτική Συνεργασία.
  • Πρόβλεψη διατάξεων για την αύξηση των θέσεων των ειδικών και επιστημονικών συνεργατών.
  • Επανεκτίμηση του ελάχιστου κόστους λειτουργίας των Δήμων αυτών.
  • Επαναπροσδιορισμός των κριτηρίων κατανομής των ΚΑΠ και της ΣΑΤΑ με ενίσχυση του κριτηρίου ορεινότητας ή νησιωτικότητας.
  • Εκπόνηση Εθνικού Στρατηγικού Σχεδίου για την ανάπτυξη των ορεινών και νησιωτικών περιοχών.
  • Δημιουργία ειδικού προγράμματος έργων και προμήθειας εξοπλισμών στα πρότυπα του «ΘΗΣΕΑ».

Ι. Η ΤΟΠΙΚΗ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ ΣΤΗ ΝΕΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟ - ΕΣΠΑ 2021 - 2027

- Απλούστευση διαδικασιών, ευελιξία, αποτελεσματικότητα.

Το σημαντικότερο στοιχείο για την Τ.Α., από το νέο πλαίσιο στρατηγικής της προγραμματικής περιόδου 2021-2027, είναι ότι η ενσωμάτωση της πολυετούς εμπειρίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σε συνδυασμό με τους τρεις παραπάνω στρατηγικούς στόχους, την οδήγησαν στο να προβλέπει αναβαθμισμένο το ρόλο των τοπικών και περιφερειακών αρχών. 

Οι στρατηγικοί στόχοι της Ε.Ε. για την προγραμματική περίοδο 2021-2027 συνοψίζονται στους τρεις παρακάτω άξονες:

  • Σημαντική μείωση της περιττής διοικητικής επιβάρυνσης για τους δικαιούχους και τους φορείς διαχείρισης. 
  • Αύξηση της ευελιξίας για την προσαρμογή των στόχων και των πόρων των προγραμμάτων, λαμβάνοντας υπόψη τις αλλαγές των περιστάσεων. 
  • Καλύτερη ευθυγράμμιση των προγραμμάτων με τις προτεραιότητες της Ε.Ε. και αύξηση της αποτελεσματικότητάς τους. 

Η εξειδίκευση της παραπάνω στρατηγικής οδήγησε στη διατύπωση πέντε (5) θεματικών στόχων. Υπενθυμίζεται ότι την προγραμματική περίοδο 2014-2020 οι αντίστοιχοι θεματικοί στόχοι είναι έντεκα (11). Η πολιτική μείωσης, απλούστευσης και σαφήνειας οδήγησε στους παρακάτω στόχους πολιτικής:

  1. Μια εξυπνότερη Ευρώπη - καινοτόμος και έξυπνος οικονομικός μετασχηματισμός. 
  2. Μια πιο «πράσινη» Ευρώπη, με χαμηλές εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα. 
  3. Μια πιο διασυνδεδεμένη Ευρώπη - κινητικότητα και περιφερειακές διασυνδέσεις ΤΠΕ.
  4. Μια πιο κοινωνική Ευρώπη - υλοποίησης του ευρωπαϊκού πυλώνα κοινωνικών δικαιωμάτων. 
  5. Μια Ευρώπη πιο κοντά στους πολίτες της - βιώσιμη και ολοκληρωμένη ανάπτυξη των αστικών, αγροτικών και παράκτιων περιοχών, χάρη σε τοπικές πρωτοβουλίες. 

Παρατηρούμε ότι σε όλους τους νέους θεματικούς στόχους υπάρχει ενδιαφέρον για την Τ.Α. Η εξειδίκευσή τους μάλιστα, δημιουργεί ή αναμένεται να δημιουργήσει, ευκαιρίες για τους Δήμους. 

Η ευρωπαϊκή εμπειρία οδηγεί στην αποκέντρωση. Για παράδειγμα η μεταναστευτική και προσφυγική κρίση του 2015, που έκανε την επανεμφάνισή της και το 2019, όπως και οι όλο και συχνότερες φυσικές καταστροφές, κατέδειξαν ότι οι κανόνες για την πολιτική συνοχής θα πρέπει να επιτρέπουν την ταχύτερη και πιο αποτελεσματική απόκριση σε απρόβλεπτα γεγονότα. Για το λόγο αυτό ανατίθεται ένας σημαντικός ρόλος στην πλησιέστερη στον πολίτη εξουσία. 

Το Ταμείο Ασύλου και Μετανάστευσης, μαζί με τα κονδύλια της πολιτικής συνοχής, μπορεί να χρηματοδοτεί τοπικές στρατηγικές για την ένταξη των μεταναστών και των αιτούντων άσυλο. Το Ταμείο Ασύλου και Μετανάστευσης πιο συγκεκριμένα θα εστιάζεται στις βραχυπρόθεσμες ανάγκες κατά την άφιξη (για παράδειγμα, υποδοχή και υγειονομική περίθαλψη), ενώ τα κονδύλια της πολιτικής συνοχής θα στηρίζουν τη μακροπρόθεσμη κοινωνική και επαγγελματική ένταξη. 

Όλα τα παραπάνω μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι το πλαίσιο της νέας προγραμματικής περιόδου παρέχει τη δυνατότητα περαιτέρω αξιοποίησής του, από την Τοπική Αυτοδιοίκηση. Η αξιοποίηση αυτή είναι προφανές ότι δεν θα γίνει αυτόματα. Χρειάζεται συγκεκριμένη προετοιμασία, σχεδιασμό και παρέμβαση από την Τοπική Αυτοδιοίκηση, από κάθε Δήμο της χώρας ξεχωριστά.

Υπενθυμίζεται ο σταθερός στόχος της Αυτοδιοίκησης για τη δημιουργία Ειδικού Επιχειρησιακού Προγράμματος, στο πλαίσιο του ΕΣΠΑ, για τους Δήμους. 

ΙΑ. Η ΠΡΟΤΑΣΗ ΜΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΠΟΝΗΣΗ ΚΑΙ ΥΛΟΠΟΙΗΣΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΟΥ ΤΟΠΙΚΟΥ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

Το ΤΟΠΙΚΟ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ θα χρηματοδοτηθεί από: 

1. Το ΕΣΠΑ

2. Το Πρόγραμμα Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων και Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων

3. Το Πράσινο Ταμείο

4. Τη νέα γενιά Παρακρατηθέντων

6. Τον επαναπατρισμό του Φόρου Ζύθου 

Στόχος του Ολοκληρωμένου Τοπικού Αναπτυξιακού Προγράμματος 

Στόχος του Ολοκληρωμένου Τοπικού Αναπτυξιακού Προγράμματος είναι η υποστήριξη των Δήμων για την ομαλότερη και αποτελεσματικότερη εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων, η ενίσχυση της τοπικής ανάπτυξης, η άμβλυνση των τοπικών – χωρικών ανισοτήτων, η περαιτέρω προώθηση της διαφανούς και αποτελεσματικής λειτουργίας των Δήμων, καθώς και της διαδημοτικής συνεργασίας. 

Σημαντικός επίσης στόχος είναι να περιοριστεί η απόσταση που χωρίζει την Ελληνική από την Ευρωπαϊκή Τ.Α., ώστε να συγκλίνουμε.

Σημειώνεται ότι σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή οι τοπικές επενδύσεις αποτελούν σημαντικό αναπτυξιακό εφαλτήριο. Από αυτή την άποψη το Ολοκληρωμένο Τοπικό Αναπτυξιακό Πρόγραμμα αποτελεί μια εθνική αναπτυξιακή επιλογή.

Αναμενόμενα αποτελέσματα

  1. Διέξοδος στην επενδυτική απραξία των ΟΤΑ
  2. Τοπική Ανάπτυξη. Άμβλυνση περιφερειακών ανισοτήτων
  3. Αποτελεσματική εφαρμογή των διοικητικών μεταρρυθμίσεων
  4. Δημιουργία προϋποθέσεων αξιοποίησης της πλήρους δυναμικότητας των τοπικών δημόσιων υποδομών.
  5. Αποτελεσματική αντιμετώπιση των επιπτώσεων της ύφεσης και τόνωση των τοπικών αγορών.
  6. Διαφανείς διαδικασίες και αποτελεσματικός έλεγχος.
  7. Ευελιξία και αποτελεσματικότητα.
  8. Αναδιανομή. Αναβάπτιση της αλληλεγγύης μεταξύ των ΟΤΑ.

ΙΒ. ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗ

Πρέπει ο θεσμός της Τοπικής Αυτοδιοίκησης να οδηγηθεί στην ουσιαστική αναβάθμιση. Η άμεση οικονομική εξάρτηση της Τοπικής Αυτοδιοίκησης από το Κεντρικό κράτος καθιστά την περιβόητη αυτονομία της, γράμμα κενό, αφού δεν υπάρχουν ενιαίοι και σταθεροί κανόνες για την χρηματοδότησή της.  

Επίσης, οι συχνές, ωμές παρεμβάσεις στο όνομα της εποπτείας του κράτους- που προβλέπονται μεν από το Σύνταγμα, αλλά εκφράζονται κατά το δοκούν από τις κυβερνήσεις- λειτουργούν ως ¨ξυπνητήρι¨ στη ψευδαίσθηση ότι πράγματι η Τοπική Αυτοδιοίκηση αυτοδιοικείται. Υπό τα δεδομένα αυτά, ο διάλογος και οι προτάσεις για μια πραγματική αναβάθμιση της Τοπικής Αυτοδιοίκησης θα πρέπει να έχουν ως αφετηρία την ειλικρινή βούληση του πολιτικού μας συστήματος για πραγματική εκχώρηση αρμοδιοτήτων, ώστε αυτές να ασκούνται εγγύτερα στον πολίτη και των απαραίτητων πόρων για να ασκηθούν. 

Η Συνταγματική Αναθεώρηση μας δίνει τη δυνατότητα να ασχοληθούμε και με άλλα ζητήματα της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, όπως η αξιοκρατία, η νομιμότητα και η διαφάνεια. 

Υποστηρίζεται συχνά ότι πρέπει να θεσπιστεί με τη μεγαλύτερη δυνατή έμφαση η αποκλειστική αρμοδιότητα της (πρωτοβάθμιας ιδίως) Τοπικής Αυτοδιοίκησης για τη διοίκηση των τοπικών υποθέσεων και να αποσαφηνιστεί επακριβώς η έννοια των τοπικών υποθέσεων. 

Η έννοια της τοπικής υπόθεσης συνιστά αόριστη νομική έννοια και κατά συνέπεια στο ερώτημα ποιες υποθέσεις θεωρούνται τοπικές δεν μπορεί να δοθεί γενική απάντηση προσδιοριζόμενη βάσει αντικειμενικών κριτηρίων.

Ίσως είναι καιρός να ξεπεραστούν οι εννοιολογικές διακρίσεις μεταξύ γενικών και τοπικών υποθέσεων και να περάσουμε στην έννοια των δημόσιων πολιτικών και της συλλειτουργίας κεντρικού – περιφερειακού – τοπικού επιπέδου για την άσκηση των πολιτικών αυτών, δηλαδή στην Πολυεπίπεδη Διακυβέρνηση. Ο κανόνας κατανομής των αρμοδιοτήτων στην περίπτωση αυτή θα πάψει να είναι η έννοια της τοπικής υπόθεσης, και θα αντικατασταθεί από τις αρχές της εταιρικής σχέσης, της εγγύτητας και της επικουρικότητας.

Με βάσει τα παραπάνω, προτείνονται οι ακόλουθες συνταγματικές μεταρρυθμίσεις των άρθρων 101 και 102 και συμπληρωματικά των άρθρων43, 56, 76, 78 και 98 του Συντάγματος, που εγγυώνται έναν αναβαθμισμένο ρόλο της πρωτοβάθμιας και της δευτεροβάθμιας Τοπικής Αυτοδιοίκησης: 

α) Συνταγματική αποτύπωση του νέου ρόλου της Τοπικής Αυτοδιοίκησης στο πλαίσιο ενός ριζικά αναμορφωμένου διοικητικού συστήματος

  • Επιτελική Κεντρική Διοίκηση.
  • Κατοχύρωση του διττού χαρακτήρα της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, προεχόντως μεν ως θεμελιώδους δικαιώματος έκφρασης της «τοπικής δημοκρατίας» και της «τοπικής αυτονομίας», όπως αυτή ορίζεται στον Ευρωπαϊκό Χάρτη Τοπικής Αυτονομίας, παράλληλα όμως και ως διοικητικού θεσμού που συνδέεται στενά με την Κεντρική και την Αποκεντρωμένη Διοίκηση, με την οποία συναποτελεί μια «λειτουργική ενότητα».
  • Ανάθεση ρυθμιστικών αρμοδιοτήτων στους ΟΤΑ ως προς την εκπόνηση και άσκηση δημόσιων πολιτικών σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο, περιλαμβανομένων των δημόσιων πολιτικών που αφορούν στον αναπτυξιακό προγραμματισμό, τον χωροταξικό και τον πολεοδομικό σχεδιασμό. 
  • Προσδιορισμός των αρμοδιοτήτων των επιπέδων της Διοίκησης και της Τοπικής Αυτοδιοίκησης σύμφωνα με τις αρχές της εταιρικής σχέσης, της εγγύτητας και της επικουρικότητας και διασφάλιση της διαλειτουργικότητάς τους. 
  • Διακριτός θεσμός Μητροπολιτικής Αυτοδιοίκησης.

β) Συνταγματική καθιέρωση «Συμβουλίου Αυτοδιοίκησης» ως επίσημου κοινού θεσμικού εκπροσώπου της πρωτοβάθμιας και της δευτεροβάθμιας Τοπικής Αυτοδιοίκησης απέναντι στην εκτελεστική εξουσία και την κεντρική διοίκηση, τα μέλη του οποίου θα είναι ταυτόχρονα και μέλη της ΚΕΔΕ και της ΕΝΠΕ, με ισάριθμη εκπροσώπηση και των δυο φορέων.

γ) Ένα νέο συνταγματικό πλαίσιο για τους φορολογικούς πόρους των ΟΤΑ:

  • Επιτακτικότερη η διάταξη που επιβάλει τη μεταφορά πόρων παράλληλα με τη μεταφορά αρμοδιοτήτων από το Κράτος στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, με την υποχρέωση η συγκεκριμένη πρόβλεψη να ενσωματώνεται στο νομοθέτημα που ρυθμίζει τη μεταφορά αρμοδιοτήτων και υπό την αίρεση της ακυρότητάς της σε διαφορετική περίπτωση ή σε περίπτωση καθυστέρησης υλοποίησης της μεταφοράς των πόρων. 
  • Πληρέστερη διασφάλιση των όρων και των προϋποθέσεων της οικονομικής αυτοτέλειας των ΟΤΑ ώστε να παρασχεθεί στο νομοθέτη η δυνατότητα να αναθέσει τον καθορισμό και την είσπραξη συγκεκριμένων φόρων από τους ίδιους τους ΟΤΑ, όχι με την επιβολή πρόσθετων φόρων, αλλά στο πλαίσιο αναμόρφωσης του φορολογικού συστήματος. 

δ) Ειδική συνταγματική ρύθμιση για την άσκηση εποπτείας στους ΟΤΑ και τη διεύρυνση της διαφάνειας:

  • Ρητή συνταγματική διατύπωση ότι «η εποπτεία που ασκεί το Κράτος περιορίζεται αποκλειστικά σε τυπικό έλεγχο νομιμότητας και το Κράτος δεν παρεμβαίνει καθοιονδήποτε τρόπο στη διοίκηση και τη διαχείριση των υποθέσεων των ΟΤΑ», καθόσον ο περαιτέρω διοικητικός έλεγχος ασκείται από τα αρμόδια δικαστήρια. 
  • Κατοχύρωση ενός μη πολιτικού, αξιόπιστου και αμερόληπτου μηχανισμού (με τη μορφή ανεξάρτητης αρχής), που θα αναλάβει τον έλεγχο νομιμότητας όλων των πράξεων των ΟΤΑ, διοικητικών και οικονομικών, ώστε να τερματισθεί η σημερινή τραγελαφική κατάσταση των πολλαπλών ελέγχων. 
  • Ενίσχυση της διαφάνειας με θεσμούς δημοσιότητας σε τοπικό επίπεδο με τη χρήση του διαδικτύου και των νέων τεχνολογιών. 

ε) Συνταγματική κατοχύρωση υποχρεωτικής διαβούλευσης και νομοθετικής πρωτοβουλίας για τη συμμετοχή στο νομοθετικό έργο των θεσμικών φορέων της Τοπικής Αυτοδιοίκησης ώστε:     

  • Για κάθε νομοσχέδιο που αφορά ζητήματα Τοπικής Αυτοδιοίκησης να προηγείται υποχρεωτικώς διαδικασία διαβούλευσης με τους εκπροσώπους της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και 
  • Οι θεσμικοί φορείς της Τοπικής Αυτοδιοίκησης να έχουν τη δυνατότητα να αναλάβουν οι ίδιοι νομοθετική πρωτοβουλία για τα θέματα που άπτονται είτε των αρμοδιοτήτων είτε της οργάνωσης και λειτουργίας της. 

στ) Συνταγματικές τροποποιήσεις ως προς το εκλογικό σύστημα και τα πολιτικά δικαιώματα στον χώρο της Τοπικής Αυτοδιοίκησης

  • Ειδική συνταγματική διάταξη, κατ’ αναλογίαν των ισχυόντων για τις βουλευτικές εκλογές, που θα προβλέπει ότι οι νομοθετικές ρυθμίσεις που αφορούν το εκλογικό σύστημα και τις εκλογικές περιφέρειες της Τοπικής Αυτοδιοίκησης θα ισχύουν από τις μεθεπόμενες εκλογές, εκτός αν συγκεντρώνουν τουλάχιστον τα 2/3 των βουλευτών. 
  • Ακώλυτη συμμετοχή όλων των αιρετών της Τοπικής Αυτοδιοίκησης στις βουλευτικές εκλογές. 

Για τη συνταγματική κατοχύρωση των ανωτέρω, είναι ειδικότερα αναγκαία τα ακόλουθα:

Στο άρθρο 43 του Συντάγματος  να διευρυνθεί η δυνατότητα κανονιστικής αρμοδιότητας των οργάνων των ΟΤΑ (που θα επιτρέψει τον ανωτέρω προτεινόμενο ρυθμιστικό ρόλο σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο), έτσι ώστε να μην περιορίζεται η αρμοδιότητά τους σε θέματα τεχνικού χαρακτήρα, αλλά να εκτείνεται και σε ειδικότερα ζητήματα ουσιαστικού περιεχομένου. Περαιτέρω, να υπάρξει ειδική εξουσιοδότηση για τα όργανα των ΟΤΑ, προκειμένου να ανταποκρίνονται στις νέες αρμοδιότητές τους και να διευθετούν τις υποθέσεις τους κατά τρόπο πιο αποτελεσματικό. 

Στο άρθρο 56 του Συντάγματος να καταργηθούν οι αναχρονιστικές ρυθμίσεις που εμποδίζουν την ανωτέρω προτεινόμενη συμμετοχή των αιρετών της Τοπικής Αυτοδιοίκησης στις βουλευτικές εκλογές. 

Στο άρθρο 76 του Συντάγματος είναι αναγκαίο να εκφρασθεί, με συγκεκριμένη προσθήκη, η ανωτέρω προτεινόμενη ενεργότερη και ουσιαστικότερη συμμετοχή των θεσμικών εκπροσώπων της Τοπικής Αυτοδιοίκησης στο νομοθετικό έργο. 

Στο άρθρο 78 του Συντάγματος πρέπει να υπάρξει θωράκιση της ανωτέρω προτεινόμενης οικονομικής αυτοτέλειας, με επιτακτικότερη συνταγματική δέσμευση προκειμένου να αποδίδονται και να κατανέμονται οι προβλεπόμενοι φορολογικοί πόροι κατά τρόπο αυτόματο, έτσι ώστε να αποκλείεται η ανάμιξη του κανονιστικού νομοθέτη και των υπουργείων στην απόδοση και κατανομή των πόρων, είτε αυτή είναι οι σημερινοί Κεντρικοί Αυτοτελείς Πόροι (ΚΑΠ), είτε επιλεγεί στο μέλλον η είσπραξη και απόδοση άλλου ενιαίου φόρου, όπως για παράδειγμα ο ευρέως συζητούμενος φόρος ακίνητης περιουσίας. 

Στο άρθρο 98 του Συντάγματος ο προβλεπόμενος έλεγχος του Ελεγκτικού Συνεδρίου να είναι αυστηρά έλεγχος νομικός και οριακός, δηλαδή να αποσκοπεί αποκλειστικά σε έλεγχο νομιμότητας και μόνον.

ΙΓ. ΟΙ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ ΚΑΙ Η ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗ

Δυστυχώς, ο «Καλλικράτης» υπήρξε πολύ άτολμος ενώ ο «Κλεισθένης» δεν ασχολήθηκε καθόλου μαζί τους. Ο αποτελεσματικός σχεδιασμός, διοίκηση και διαχείριση των μητροπολιτικών περιοχών αποτελεί στρατηγική προτεραιότητα που θα επηρεάσει τόσο την ποιότητα ζωής μεγάλου ποσοστού Ελλήνων πολιτών όσο και την αναβάθμιση της ανταγωνιστικότητας της χώρας.    

Η διοίκηση μιας μητροπολιτικής περιοχής απαιτεί τη συστημική συνεργασία όλων των διοικητικών επιπέδων, δηλαδή την Πολυεπίπεδη Διακυβέρνηση, η οποία στις μητροπολιτικές περιοχές, όπως είναι στη χώρα μας το Λεκανοπέδιο της Αθήνας και ευρύτερα η Αττική, καθώς και η Θεσσαλονίκη, αποκτά τα χαρακτηριστικά της Μητροπολιτικής Διακυβέρνησης.

Σε άλλες Ευρωπαϊκές χώρες, σε μια μητροπολιτική περιοχή υπάρχει ένας ενιαίος μητροπολιτικός φορέας που συγκεντρώνει όλες τις αρμοδιότητες της πρωτοβάθμιας και της δευτεροβάθμιας Τοπικής Αυτοδιοίκησης.

Στην Ελλάδα το Σύνταγμά μας δεν προβλέπει αυτή τη δυνατότητα και επομένως, εάν θέλουμε ενιαίο μητροπολιτικό φορέα, αυτό πρέπει να προβλεφθεί ρητά στο Σύνταγμα και να ανήκει στον πρώτο βαθμό αυτοδιοίκησης. Μέχρι τότε απαιτείται η συστημική διαβαθμιδική συνεργασία της δευτεροβάθμιας και πρωτοβάθμιας Τοπικής Αυτοδιοίκησης.

Οι ανωτέρω θέσεις μας είναι και θέσεις της ΚΕΔΕ όπως αυτές διατυπώθηκαν στο τελευταίο Συνέδριο (Δεκ. 2018) αλλά και προηγουμένων συνεδρίων της ΚΕΔΕ. Η Αυτοδιοίκηση έχει συνέχεια και διακρίνεται για τη διαχρονική συνέπειά της.